«Συντηρητικοί και σοσιαλδημοκράτες στη Γερμανία μιλούν για ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, αρνούνται ωστόσο την ίδια στιγμή να εξετάσουν τα υπέρ και τα κατά ενός ευρωομολόγου. Θα βοηθούσε, ναι ή όχι; Η άρνηση αυτή είναι ντροπιαστική για τη Γερμανία», σχολιάζει η κεντρώα Süddeutsche Zeitung με τίτλο “Ντροπιαστικό βέτο”:
«Η ισχυρότερη οικονομία της ΕΕ αρνείται στις γειτονικές χώρες αυτό που κάνει η ίδια για τον εαυτό της. Καγκελάριος και υπ. Οικονομικών υπόσχονται ότι θα εξαντλήσουν όλα τα μέσα για την καταπολέμηση της κρίσης. Και ορθώς διότι έτσι αποκαθίσταται το κλίμα εμπιστοσύνης.
Ό τι ισχύει όμως σε εθνικό θα έπρεπε να ισχύσει και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το όχι στα ευρωομόλογα δημιουργεί μια κοινωνία δύο τάξεων στην Ευρώπη: εκείνων που διαθέτουν την οικονομική δυνατότητα και εκείνων που δεν την διαθέτουν».
Η εφημερίδα του Μονάχου συνεχίζει: «Σε περίπτωση έκδοσης “κορωνο-ομολόγου” το μήνυμα θα είναι τόσο ισχυρό όσο εκείνο του “whatever it takes” του τότε προέδρου της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι στην ευρωκρίση. Υπάρχουν δύο επιχειρήματα υπέρ του ευρωομολόγου:
Πρώτον, αποτρέπει τον κίνδυνο μια χώρα της ευρωζώνης να συνθλιβεί από τα χρέη.
Δεύτερον, θα είναι ένα ομόλογο ορισμένης χρονικής διάρκειας και συγκεκριμένου όγκου. Τα αδύναμα κράτη θα επωφελούνταν από το αξιόχρεο της Γερμανίας. Το επιτόκιο του δεκαετούς γερμανικού ομολόγου βρίσκεται σήμερα στο -0,47%. Το ευρωομολόγο θα είχε ωστόσο επιτόκιο με θετικό πρόσημο γύρω στο 0,2%.
Για τη Γερμανία αυτό θα σήμαινε επιπλέον κόστος 900 εκ. ευρώ, αν το ευρωομολόγο είχε όγκο 500 δις ευρώ. Το ποσό είναι μεγάλο. Ίσως το Βερολίνο θα μπορούσε να συνεχίσει την έκδοση εθνικών ομολόγων και να διοχετεύσει τα κέρδη από αυτό σε ένα ευρωπαϊκό ταμείο αντιμετώπισης των επιπτώσεων του κορωνοϊού.
Σε περίπτωση όμως που η Γερμανία επιμείνει στο όχι τότε δεν αποκλείεται οι υπόλοιπες χώρες να προχωρήσουν στην έκδοση ευρωομολόγου χωρίς το Βερολίνο με αποτέλεσμα να διχαστεί η ευρωζώνη».
FAZ: Λάθος εργαλείο το ευρωομόλογο
Σαφή θέση κατά την έκδοσης ευρωομολόγου παίρνει αντιθέτως η συντηρητική Frankfurter Allgemeine Zeitung. Mε αφορμή την επιστολή-έκκληση ιταλών δημάρχων και βουλευτών προς το Βερολίνο υπέρ της έκδοσης ευρωομολόγου, που δημοσιεύθηκε χθες στην εφημερίδα της Φρανκφούρτης, η FAZ σχολιάζει στις οικονομικές τις σελίδες με τίτλο “Λάθος εργαλείο”:
«Oι ιταλοί πολιτικοί ισχυρίζονται ότι δεν θέλουν την κοινή ανάληψη χρεών, παρά μόνο μια οικονομική βοήθεια για να διασωθεί η ιταλική οικονομία, η υγεία και η παιδεία. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός όμως δεν είναι απαραίτητα τα ευρωομολόγα. Θα είχε περισσότερο νόημα να δημιουργούνταν ένα ταμείο στήριξης.
Ο πρώην επικεφαλής του οικονομικού ινστιτούτου Ifo Χανς Βέρνερ Ζιν και ο πρώην αντικαγκελάριος και πρώην πρόεδρος του SPD Ζίγκμαρ Γκάμπριελ προτείνουν μάλιστα την εκταμίευση γερμανικής οικονομικής βοήθειας προς την Ιταλία. Η άμεση χρηματική βοήθεια θα συνιστούσε πιο σαφή έκφραση αλληλεγγύης από την ανάληψη κοινών χρεών.
Η έκκληση για ευρωομολόγα σχετίζεται και με τον φόβο για αυξημένα επιτόκια των ιταλικών ομολόγων. Ο κίνδυνος αυτός απειλεί όμως και την υπόλοιπη ευρωζώνη. Δεν σχετίζεται με την αλληλεγγύη».
Ελλάδα: Με αξιώσεις η μάχη κατά του κορωνοϊού – Υπάρχουν στενωποί»
«Από νωρίς η ελληνική κυβέρνηση έλαβε στη μάχη κατά του κορωνοϊού περιοριστικά μέτρα. Η στρατηγική της αποδίδει. Οι ειδικοί ωστόσο προειδοποιούν ότι τα χειρότερα έπονται», γράφει σε ανταπόκρισή της από την Αθήνα η Handelsblatt με τίτλο “Αποδίδει η ελληνική στρατηγική καταπολέμησης του κορωνοϊού – Υπάρχουν όμως επικίνδυνες στενωποί”.
Η οικονομική εφημερίδα του Ντίσελντορφ παρατηρεί: «Ήδη από τις 10 Μαρτίου η κυβέρνηση έκλεισε σχολεία και πανεπιστήμια. Λίγες μέρες μετά ακολούθησαν εστιατόρια και καταστήματα λιανικού εμπορίου. Και στις 23 Μαρτίου επιβλήθηκε μερική απαγόρευση κυκλοφορίας.
Με τα μέτρα αυτά η κυβέρνηση ευελπιστεί να περιορίσει την εξάπλωση του ιού για να μην επιβαρύνει το σύστημα υγείας, στο οποίο ακόμα και πριν από το ξέσπασμα της πανδημίας υπήρχαν ελλείψεις σε σύριγγες ή και επιδέσμους, ενώ γιατροί και νοσηλευτές αγόραζαν ιδίαις δαπάναις γάντια μιας χρήσεως από το πλησιέστερο φαρμακείο.
Οι ελλείψεις ήταν επίπτωση των αυστηρών μέτρων λιτότητας στα χρόνια της κρίσης από το 2010 μέχρι το 2018. Ακόμα όμως και μετά την αύξηση κλινών στις εντατικές μονάδες από τις αρχές του χρόνου, στην Ελλάδα υπάρχουν σήμερα μόλις 8 κλίνες εντατικής θεραπείας ανά 100.000 κατοίκους, ενώ στην Ισπανία 9,5 στην Ιταλία 12,5 και στη Γερμανία 34 ανά 100.000. Είναι συνεπώς καθοριστικό να περιοριστεί έγκαιρα η εξάπλωση του ιού».