Σύμφωνα με τη Greenpeace, η Kapuzinerstraße είναι περισσότερο επιβαρυμένη από ό,τι η Landshuter Allee με οξείδια του αζώτου (ΝΟ2).
Το Μόναχο εξετάζεται μέσω ενός χάρτη της Greenpeace, που δείχνει τη ρύπανση των οδών από το διοξείδιο του αζώτου: Όσο πιο σκούρο είναι το χρώμα, τόσο μεγαλύτερο είναι το φορτίο. Ακόμη και με κόκκινο χρώμα, το όριο οξειδίου του αζώτου 40 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο αέρα υπερβαίνει τον ετήσιο μέσο όρο.
Οι τιμές NO2 της πόλης δημοσιεύτηκαν πρόσφατα. Δεδομένου ότι δεν υπάρχουν σε όλους τους δρόμους σταθμοί μέτρησης NO2, οι επιστήμονες υπολογίζουν τις τιμές για την αστική περιοχή. Χρησιμοποιούν τα αποτελέσματα των σταθμών μέτρησης καθώς και παράγοντες που επηρεάζουν τη ρύπανση από οξείδια του αζώτου: καιρικές συνθήκες, κυκλοφορία και ανάπτυξη.
Η Landshuter Allee είναι η πιο βρώμικη οδός στο Μόναχο
Αυτό εξηγεί επίσης γιατί ένας δρόμος με συχνή κυκλοφορία αλλά σχεδόν καθόλου χτισμένος, έχει καλύτερα αποτελέσματα από έναν δρόμο, λιγότερο πυκνό σε κυκλοφορία αλλά πυκνότερο σε χτίσιμο, όπου οι ρύποι κολλάνε στα φαράγγια του δρόμου και δεν διώχνονται από τον άνεμο.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Greenpeace, μια παρόμοια τιμή επιτυγχάνεται στη Frauenstraße, κοντά στη Viktualienmarkt, με πάνω από 80 μg / m³ με τη Landshuter Allee, η οποία μέχρι τώρα ήταν η πιο βρώμικη οδός στο Μόναχο. Ακόμη υψηλότερη είναι η ρύπανση από διοξείδιο του αζώτου στην Kapuzinerstraße κοντά στον Isar. Εκεί, η καθορισμένη τιμή είναι πάνω από 100 μg / m³. Τα στοιχεία για το Μόναχο είναι από το έτος 2015. Σύντομα όμως θα προστεθούν πολλές νέες μετρήσεις.
20 νέοι σταθμοί μέτρησης για το Μόναχο
Πλέον, ασχολείται και το δημοτικό συμβούλιο με τα επιβλαβή οξείδια του αζώτου. Στη συνεδρίαση της Ολομέλειας την Τετάρτη (23/01/19), η περιβαλλοντική λειτουργός Stephanie Jacobs παρουσίασε 20 νέες θέσεις για σταθμούς μέτρησης διοξειδίου του αζώτου.
Οι σταθμοί μέτρησης πρόκειται να εγκατασταθούν και να λειτουργήσουν φέτος σε συνεργασία με τη Γερμανική Μετεωρολογική Υπηρεσία (DWD).
“Αυτό μας δίνει μια ακόμα πιο ακριβή, πιο ολοκληρωμένη εικόνα της πραγματικής και όχι μόνο της υπολογισμένης κατάστασης αέρα στην πόλη μας”, λέει η Jacobs.
Μέχρι στιγμής, το Μόναχο βρίσκεται στην άθλια πρώτη θέση των γερμανικών πόλεων με τη μεγαλύτερη ρύπανση με διοξείδιο του αζώτου. Από το 2005, θα πρέπει να τηρείται το όριο των 40 μικρογραμμαρίων ανά κυβικό μέτρο ετήσιου μέσου όρου αέρα.
Ωστόσο, σύμφωνα με την κυβέρνηση της Άνω Βαυαρίας, αυτό το όριο ξεπερνιέται σε 260 δρόμους στην πόλη. Είναι, μήπως, η περιοχή σας μέσα σε αυτή τη λίστα;
Αυτές είναι οι προτάσεις του τμήματος περιβάλλοντος για νέους σταθμούς μέτρησης:
- Altstrasse 24
- Dachauer Str. 264
- Lerchenauer Str. 207
- Dülferstr.28
- Oberföhringer Str. 236
- Tegernseer Landstr. 19
- Hansastr. 99
- Paul-Heyse-Str. 8
- Sauerbruchstr. 52
- Belgradstr. 10
- Mühlbaurstr. 31
- Welfenstr. 38
- Bad-Schachener-Str. 69
- Putzbrunner Str. 5
- Humboldstr. 13
- Ridlerstr. 30
- Plinganserstr. 18
- Elsenheimerstr. 53
- Gabelsbergerstr. 81
- Fraunhoferstr. 32
«Το διοξείδιο του αζώτου είναι δολοφόνος»
Προσοχή, το διοξείδιο του αζώτου (ΝΟ2) και τα μικροσωματίδια επιφέρουν μεγάλες βλάβες στην υγεία, μέχρι και θάνατο!
Δεν πρόκειται για τρομοϋστερία, αλλά για συγκεκριμένα αποτελέσματα μεγάλων επιδημιολογικών ερευνών, που κτυπούν το καμπανάκι του κινδύνου ειδικά για την Αθήνα, μία από τις πόλεις με τις μεγαλύτερες συγκεντρώσεις μικροσωματιδίων στην Ευρώπη και -σχετικά- υψηλές συγκεντρώσεις οξειδίων του αζώτου.
Βλάπτει σοβαρά
Στο τεύχος Ιουνίου του έγκυρου επιστημονικού περιοδικού European Respiratory Journal δημοσιεύεται έρευνα του ευρωπαϊκού προγράμματος APHEA-2, το οποίο καταγράφει την επίδραση στη θνησιμότητα και στη νοσηρότητα του NO2, υπό την επίβλεψη δύο Ελληνίδων επιστημόνων, της κ. Κλέας Κατσουγιάννη και της κ. Ευαγγελίας Σαμόλη, από το Εργαστήριο Υγιεινής και Επιδημιολογίας της Ιατρικής Σχολής Αθηνών.
«Τώρα γνωρίζουμε ότι το διοξείδιο του αζώτου είναι δολοφόνος», λέει στην «Κ» η κ. Κατσουγιάννη. «Μελετώντας 32 πόλεις (και την Αθήνα) και πάνω από 60 εκατ. Ευρωπαίους, είδαμε ότι μια αύξηση στα επίπεδα ΝΟ2 κατά 10μγρ/μ3 σχετίζεται με 0,3% αύξηση στη βραχυπρόθεσμη θνησιμότητα, δηλαδή στα περιστατικά θανάτου την ίδια ή την επόμενη μέρα», λέει η κ. Κατσουγιάννη.
Η επίδραση του ΝΟ2 γίνεται ακόμα πιο ξεκάθαρη στους θανάτους από καρδιαγγειακές και αναπνευστικές αιτίες, αφού παρουσιάζεται αύξηση 0,40% και 0,38% αντίστοιχα. Τα ποσοστά αυτά μπορεί να φαίνονται μικρά, αλλά είναι υπολογίσιμα όταν μιλάμε για μια πόλη εκατομμυρίων κατοίκων. Επιπλέον, «όσο μεγαλύτερη είναι η διάρκεια της αυξημένης έκθεσης, τόσο αυξάνονται και τα θανατηφόρα κρούσματα.
Για παράδειγμα, έκθεση έξι ημερών προκαλεί 22% περισσότερους καρδιαγγειακούς και 45% περισσότερους αναπνευστικούς θανάτους σε σχέση με αυτή των δύο ημερών», σύμφωνα με την κ. Κατσουγιάννη. Μπορούμε να καταλάβουμε τι σημαίνει αυτό για τους κατοίκους της Αθήνας που ζουν σε ένα θερμοκήπιο ρύπων.
Από τα αυτοκίνητα
Τα οξείδια του αζώτου παράγονται κυρίως από τις μηχανές των αυτοκινήτων, είτε καίνε βενζίνη είτε πετρέλαιο. Βέβαια, οι ερευνητές σημειώνουν ότι τα επίπεδα ΝΟ2 στις πόλεις που μελετήθηκαν «δεν υπερβαίνουν τα όρια που έχουν υιοθετηθεί από την Ευρωπαϊκή Ενωση, τα οποία βασίστηκαν σε αποτελέσματα διαφόρων ερευνών μεταξύ των οποίων και η ΑΡΗΕΑ-1».
Αυτό δεν είναι όμως πανάκεια, καθώς τα όρια τώρα αναθεωρούνται «στη βάση νεώτερων ερευνητικών αποτελεσμάτων, μεταξύ αυτών και του ΑΡΗΕΑ-2».
Αλλά και τα μικροσωματίδια έχουν ιδιαίτερα αρνητικές επιδράσεις. «Οταν τα PM10 είναι αυξημένα κατά 10 μγρ/μ3 παρατηρείται 0,6% αύξηση στην ολική θνησιμότητα των δύο ημερών. Ειδικά για τους θανάτους από καρδιακές και αναπνευστικές αιτίες η αύξηση πλησιάζει το 1%», σημειώνει η κ. Κατσουγιάννη.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα μικροσωματίδια φαίνεται να έχουν ακόμα πιο αρνητικές επιδράσεις στις πόλεις του Νότου. «Οσο μεγαλύτερη είναι η θερμοκρασία, όσο πιο τοξική είναι η ατμόσφαιρα, ειδικά με υψηλές συγκεντρώσεις διοξειδίου του αζώτου, τόσο πιο τοξικά είναι και τα PM10», τονίζει η κ. Κατσουγιάννη. Στις περιπτώσεις αυτές η αύξηση της ολικής θνησιμότητας πλησιάζει το 0,9%.
Αλλά δεν είναι μόνο τα θανατηφόρα κρούσματα. Οι μακροχρόνιες επιδράσεις, ακόμα και μη υψηλών συγκεντρώσεων ρύπων είναι πολύ σημαντικές.
«Τέσσερις πολύ μεγάλες επιδημιολογικές έρευνες (δύο στην Αμερική και δύο στην Ευρώπη) κατέδειξαν ότι αύξηση της συγκέντρωσης μικροσωματιδίων κατά 10 μγρ/m3 προκαλεί μείωση του προσδόκιμου επιβίωσης κατά ένα χρόνο!», λέει η κ. Κατσουγιάννη.
Επιπλέον, κάθε στοιχείο αλληλεπιδρά με τους άλλους ρύπους και οι συνέπειες μεγεθύνονται. Τα συμπεράσματα αυτά προβληματίζουν για τα μέτρα που πρέπει να παρθούν στην Ελλάδα.
«Πρέπει να βελτιωθεί η παρακολούθηση της ποιότητας του καυσίμου και η συντήρηση των οχημάτων», τονίζουν οι ερευνητές, ενώ ενισχύονται οι ενστάσεις για την απελευθέρωση των πετρελαιοκίνητων οχημάτων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη».