Η ακροαματική διαδικασία στο Εφετείο του Μονάχου διήρκεσε έξι ολόκληρα χρόνια (2013-2018) και η δίκη χαρακτηρίστηκε η μεγαλύτερη στη Γερμανία δίκη με κατηγορούμενους ναζί, μετά εκείνη της Νυρεμβέργης. Στα δέκα, συνολικά, θύματα του νεοφασιστικού δικτύου NSU οι οχτώ ήταν Τούρκοι μετανάστες, ένας Ελληνας, ο Θεόδωρος Βουλγαρίδης από τις Σέρρες, επίσης μετανάστης και μια Γερμανίδα αστυνομικός.
Μια αινιγματική γυναίκα, η Μπεάτε Τσέπε, καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, ως ο ιθύνων νους των δολοφονιών, χωρίς πάντως η ίδια να ομολογήσει ότι γνώριζε για αυτές, και άλλα τρία άτομα σε μικρότερες ποινές ως μέλη της NSU. Και η υπόθεση έκλεισε εκεί.
Υπήρξαν, ωστόσο, πολλές επικρίσεις για τον επιφανειακό τρόπο που η αστυνομία διενήργησε τις έρευνες, δημιουργώντας υπόνοιες περί συγκάλυψης της υπόθεσης, τουλάχιστον στα αρχικά στάδια και ερωτήματα για τους βασανιστικά αργούς και νωχελικούς ρυθμούς στους οποίους εξελίχθηκε η δίκη. Και, κυρίως, γιατί δεν επεκτάθηκαν στις διασυνδέσεις των νεοφασιστών με κύκλους της αστυνομίας και των μυστικών υπηρεσιών.
«Αυτό που παραμένει στους συγγενείς των θυμάτων, μετά τη διαλεύκανση των φόνων, είναι μια απογοήτευση για τον τρόπο εργασίας των δικαστηρίων, των υπηρεσιών και γενικά της όλης δικαστικής διαδικασίας», τονίστηκε στην Ημέρα Μνήμης που διοργανώθηκε την περασμένη εβδομάδα στο Μόναχο, με αφορμή την συμπλήρωση δεκαπέντε χρόνων από τη δολοφονία στην πόλη του Θεόδωρου Βουλγαρίδη, στην οποία παρέστησαν συγγενείς των θυμάτων, εκπρόσωποι της βαυαρικής κυβέρνησης, του δήμου, των θρησκευτικών κοινοτήτων κ.ά.
Μεταξύ άλλων, στην τελετή εκφράστηκε από τις οικογένειες των θυμάτων, που είχαν καταφθάσει από όλη τη Γερμανία, η βούληση να ιδρύσουν ένα είδος δικού τους «δικαστηρίου», «Tribunal» όπως το χαρακτήρισαν, για να διερευνήσουν σε βάθος μερικές σκοτεινές πτυχές της δικαστικής διαδικασίας.
15 Ιουνίου 2005
Ηταν σούρουπο της 15ης Ιουνίου του 2005 όταν ο Θεόδωρος Βουλγαρίδης ευρισκόμενος στο κατάστημα κλειδιών που πρόσφατα είχε ανοίξει στη συνοικία Westend του Μονάχου με έναν Γερμανό συνεταίρο, δέχθηκε τα πυρά αγνώστων και έπεσε νεκρός.
Τέσσερα χρόνια πριν, πάλι στο Μόναχο και με τον ίδιο τρόπο, είχε δολοφονηθεί ο Τούρκος μετανάστης Habil Kilic, υπόθεση που παρέμενε ανεξιχνίαστη. Οι έρευνες της αστυνομίας ήταν η απαρχή μιας πραγματικής οδύσσειας για τους γονείς και τον αδελφό του θύματος και συνάμα ο «δεύτερος θάνατος» του Θόδωρου Βουλγαρίδη.
Εξαντλητικές ανακρίσεις για δήθεν διασυνδέσεις του θύματος με το οργανωμένο έγκλημα, το εμπόριο ναρκωτικών και όπλων, κυκλώματα πορνείας, τουρκική μαφία ακόμα και με το κουρδικό… PKK. Προσπαθούσαν να αποσπάσουν την ομολογία της γυναίκας του ότι εκείνη έβαλε να τον σκοτώσουν, ενώ ρωτούσαν και τις δύο του κόρες του αν ο πατέρας τους τις βίαζε ή αν είχε άλλες γυναίκες.
Μην αντέχοντας τον διασυρμό και την κοινωνική απομόνωσή οι γονείς και ο αδελφός του Βουλγαρίδη αναγκάστηκαν να αφήσουν τις δουλειές τους στη Γερμανία και να επιστρέψουν στην Ελλάδα, όπου εγκαταστάθηκαν στο χωριό τους στις Σέρρες. Το ίδιο δράμα βίωνε και η οικογένεια του Τούρκου!
Ωσπου το 2009, τέσσερα χρόνια μετά τη δολοφονία, εντελώς τυχαία, η αστυνομία ανακάλυψε μια γιάφκα νεοναζί στην πόλη Τσβικάου και κατά την επιχείρηση εισβολής, δύο μέλη του NSU αυτοκτόνησαν για να αποφύγουν τη σύλληψη, ενώ συνελήφθη η Μπεάτε Τσέπε, που συμπλήρωνε το, κατά τον γερμανικό Τύπο, «τρίο του θανάτου». Στο διαμέρισμα, μεταξύ άλλων, βρέθηκε ένα πιστόλι που αποδείχθηκε ότι χρησιμοποιήθηκε σε δολοφονίες και μία βιντεοκασέτα στην οποία ένας εκ των αυτόχειρων εμφανιζόταν να λοιδορεί τον Βουλγαρίδη.
Τα πάντα είχαν ανατραπεί και η κοινή γνώμη στη Γερμανία αλλά και την υπόλοιπη Ευρώπη παρακολουθούσε σοκαρισμένη τη συγκλονιστική υπόθεση, καθώς δέκα τουλάχιστον ανεξιχνίαστες δολοφονίες, στη συντριπτική τους πλειονότητα μεταναστών, και πολλές βομβιστικές επιθέσεις αποδόθηκαν στη νεοναζιστική ομάδα.
«Με τις δολοφονίες των νεοναζιστών της NSU δεν καταστράφηκαν μόνο ζωές μερικών ανθρώπων, αλλά ήταν ταυτοχρόνως μια επίθεση ενάντια σε όλες τις δημοκρατικές αξίες που μας συνέχουν και οι οποίες είναι πολύτιμες για μια αρμονική συμβίωση με βάση τους βασικούς κανόνες της ελευθερίας. Από τη σκοπιά αυτή είμαστε όλοι θύματα, είμαστε παθόντες και συμπάσχοντες από τις δολοφονίες. Είμαστε όλοι μας Βουλγαρίδης και Kilic», τόνισε ο Ελληνας ιερωμένος, πρωτοπρεσβύτερος Απόστολος Μαλαμούσης.
Μια αναμνηστική πλακέτα στο σημείο της δολοφονίας του Βουλγαρίδη με τα ονόματα όλων των δολοφονημένων από τη NSU, θα θυμίζει στους αιώνες τη φρικιαστική δράση των νεοναζί.