Λεπτομερής ιολογική ανάλυση εννέα ενηλίκων από το Μόναχο της Γερμανίας, με συγκριτικά ήπια συμπτώματα της αναπνευστικής νόσου COVID-19, δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nature.
Η μελέτη δείχνει ότι υπάρχει ενεργός πολλαπλασιασμός του ιού SARS-CoV-2 στην ανώτερη αναπνευστική οδό των ασθενών και υποδεικνύει ότι οι ασθενείς μπορεί να “αποβάλλουν” ή να εκκρίνουν τον ιό σε υψηλά επίπεδα κατά την πρώτη εβδομάδα των συμπτωμάτων.
Ο Christian Drosten και οι συνεργάτες του μελέτησαν την ιογενή αποβολή σε εννέα νέους και μεσήλικες ενήλικες με διάγνωση με COVID-19, οι οποίοι υποβλήθηκαν σε θεραπεία για ήπια συμπτώματα της ανώτερης αναπνευστικής οδού σε ένα νοσοκομείο στο Μόναχο.
Αναλύθηκαν δείγματα του φάρυγγα και των πνευμόνων, πτύελα (βλέννα από την αναπνευστική οδό) και κόπρανα, αίμα και ούρα που συλλέχθηκαν από τους ασθενείς κατά τη διάρκεια της κλινικής πορείας τους.
Οι συγγραφείς βρήκαν υψηλά επίπεδα αντιγραφής ιού στους ιστούς της ανώτερης αναπνευστικής οδού και ανέφεραν υψηλά επίπεδα αποβολής του ιού στην ανώτερη αναπνευστική οδό κατά τη διάρκεια της πρώτης εβδομάδας των συμπτωμάτων.
Μπόρεσαν να απομονώσουν μια μολυσματική μορφή του ιού από δείγματα που ελήφθηκαν από τον λαιμό και τους πνεύμονες των ασθενών μέχρι την 8η μέρα των συμπτωμάτων, καθώς τα συμπτώματα υποχωρούσαν.
Δύο από τους ασθενείς, που εμφάνισαν κάποια πρώιμα συμπτώματα πνευμονίας, συνέχισαν να έχουν υψηλά επίπεδα του ιού στα πτύελα μέχρι την ημέρα 10 ή 11. Το ιικό RNA παρέμεινε ανιχνεύσιμο στα πτύελα μετά το τέλος των συμπτωμάτων.
Ο ιός δεν ανιχνεύθηκε σε δείγματα αίματος ή ούρων και οι συγγραφείς δεν βρήκαν αντιγραφική μορφή του ιού σε δείγματα κοπράνων, παρά τις υψηλές συγκεντρώσεις ιικού RNA, υποστηρίζοντας τη θεωρία ότι ο ιός μπορεί να μην είναι μεταδοτικός μέσω κοπράνων.
Ωστόσο, απαιτούνται επιπλέον μελέτες σε μεγαλύτερα δείγματα για περαιτέρω διερεύνηση αυτής της πιθανής οδού μετάδοσης.
Αυτά τα αρχικά ευρήματα δείχνουν ότι η έκκριση του SARS-CoV-2 στην ανώτερη αναπνευστική οδό συμβαίνει πιο αποτελεσματικά νωρίς, όταν οι ασθενείς εξακολουθούν να έχουν ήπια συμπτώματα.
Περαιτέρω έρευνα θα μπορούσε να βοηθήσει στην εκτίμηση του αν οι αυξήσεις στο ιικό φορτίο ενός ασθενούς μετά την πρώτη εβδομάδα των συμπτωμάτων θα μπορούσαν να σηματοδοτήσουν επιδείνωση των συμπτωμάτων, λένε οι συγγραφείς.