Από τη μία ο κόσμος. Από την άλλη Η Γερμανική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία, η Bundesliga, οι εταιρείες που χρηματοδοτούν της ομάδες, τα ποδοσφαιρικά τμήματα.
Στο παρελθόν, κατά τη διάρκεια αγώνων στο γερμανικό ποδόσφαιρο έχουν βρεθεί στο στόχαστρο μαύροι, Μουσουλμάνοι, ομοφυλόφιλοι.
Τίποτα από αυτά δεν ήταν αρκετό για τους «άρχοντες» των αναμετρήσεων για να διακόψουν. Αυτό συνέβη, όταν μερίδα των οπαδών της Μπάγερν Μονάχου έβγαλε υβριστικό πανό και φώναξε συνθήματα κατά του Ντίτμαρ Χοπ. Του λευκού, πάμπλουτου ιδιοκτήτη της Χόφενχαϊμ. Ενός όμοιου, δηλαδή, εκείνων που έσπευσαν να σχηματίσουν μέτωπο κατά των οπαδών.
Το θεμέλιο της επιτυχίας και ο Χοπ
Κι όμως, η επιτυχία του γερμανικού ποδοσφαιρικού τις τελευταίες δεκαετίες έγκειται ακριβώς σε αυτή τη σχέση των ομάδων με τις τοπικές κοινότητες που εκπροσωπούν, με την βάση των οπαδών τους.
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’90, οι σύλλογοι αποτελούσαν εταιρείες λαϊκής βάσης, άνηκαν στον κόσμο. Αυτό άλλαξε, αλλά χωρίς οι ομάδες να δοθούν βορά στις εταιρείες. «Εγγύηση» αποτέλεσε ο περίφημος νόμος 50+1, ο οποίος προστάζει ότι για πιθανούς επενδυτές η για μετοχές προς διάθεση υπάρχει το 49% του πακέτου των συλλόγων.
Το υπόλοιπο 51% ανήκει στα μέλη του, ώστε να μην μπορούν να έχουν τον πρώτο λόγο παράγοντες με… περίεργες διαθέσεις. Αυτό βοήθησε στην δημιουργία ισχυρών δεσμών και σε συνδυασμό με τα νέα γήπεδα και την έμφαση στις ακαδημίες που εκτίναξε τα ταλέντα, τα γήπεδα γέμισαν με κόσμο και χρώματα.
Φυσικά, για όλα υπάρχουν εξαιρέσεις και οι Γερμανοί το γνωρίζουν καλά. Η Χόφενχαϊμ ακολούθησε την Λεβερκούζεν και την Βόλφσμπουργκ στις ομάδες που αποτελούν εξαιρέσεις, με τον Χοπ να βρίσκεται πίσω από την εκτόξευσή της.
Γεννημένος στη Χαϊδελβέργη, ο Χοπ έχει ναζιστικές καταβολές. Ο πατέρας του, Εμίλ Χοπ, αξιωματικός των Ναζί, τη «Νύχτα των Κρυστάλλων» επωμίστηκε με το κάψιμο της Συναγωγής του Χόφενχαιμ. «Αυτό που έκανε ο πατέρας μου είναι καταδικαστέο, ακόμα και αν δεν πέθανε κανείς.
Ο πατέρας μου ήταν δάσκαλος. Όταν τον διέταξαν να καταστρέψει την Συναγωγή είχε ήδη τρία παιδιά. Αν δεν είχε υπακούσει, θα τον είχαν απολύσει και η οικογένειά του θα είχε να αντιμετωπίσει ένα μέλλον χωρίς ελπίδα», δήλωνε ο ίδιος χαρακτηριστικά, προσπαθώντας κατά κάποιο τρόπο να δικαιολογήσει μια αποτρόπαια πράξη.
Παράλληλα, ο πρώην προγραμματιστής της IBM και ιδρυτής της SAP, που εξελίχθηκε σε Κολοσσό, κατάφερε να γίνει δισεκατομμυριούχος. Και παράλληλα με τους υπολογιστές, φρόντισε να εκτοξεύσει την άλλη του μεγάλη αγάπη, την Χόφενχαϊμ.
Ο Χοπ υπήρξε παίκτης της όσο εκείνη ήταν μικρή και άσημη. Μέσα σε μια δεκαετία, επενδύοντας χρήμα και χαράσσοντας στρατηγική, κατάφερε να την εκτοξεύσει από την 8η κατηγορία στην 3η. Από το 2005 τα χρήματα που έβαζε στον σύλλογο αυξήθηκαν κι άλλο, παίκτες με μεγάλες δυνατότητες ξεκίνησαν να κλείνουν εισιτήρια για το Σίνσχαϊμ και η Χόφενχαϊμ, αψηφώντας τον κανόνα του 50+1, ξόδευε αλόγιστα χρήματα.
Μέχρι να οδηγηθεί στην Bundesliga. Μέχρι να εκτοξεύσει τον σύλλογο στην Ευρώπη. Tα ρεπορτάζ από τη Γερμανία αναφέρουν ότι έβαλε πάνω από 350 εκατομμύρια ευρώ για να πετύχει το σημερινό status της ομάδας του.
Ίσως για έναν οπαδό ελληνικής ομάδας αυτό να φαντάζει ιδανικό, όμως για τους Γερμανούς δεν είναι το ίδιο. Ένας μεγαλοεπενδυτής που ξοδεύει εκατοντάδες εκατομμύρια μέχρι να βαρεθεί ή να αποσυρθεί δεν είναι ακριβώς βιώσιμη επιλογή για μια ποδοσφαιρική παράδοση που προτάσσει τη συμμετοχή του κόσμου στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και τα διοικητικά μοντέλα που βασίζουν την σταθερότητά τους στην αυτοσυντήρηση.
Για τους οπαδούς, ο Χοπ έχει περισσότερα κοινά με το «κατασκεύασμα» της Λειψίας, η οποία βρέθηκε από το πουθενά στα υψηλότερα πατώματα της Bundesliga χάρη στο ρευστό πολυεθνικής εταιρείας, παρά με τις παραδοσιακές ομάδες.
Είναι το πρόσωπο του «σύγχρονου ποδοσφαίρου», της εμπορευματοποίησης και του εύπεπτου προϊόντος. Οι πρώτοι που εξέφρασαν την αντίδρασή τους ήταν οι ultras της Ντόρτμουντ πριν από 12 χρόνια, χρησιμοποιώντας πανό με το πρόσωπο του Χοπ και από πάνω του μια διόπτρα ελεύθερου σκοπευτή.
Ο Εκτελεστικός Διευθυντής της Ντόρτμουντ, Γιοακίμ Βάτσκε, μίλησε για τις «ομάδες του σωλήνα» και κάλεσε την διοργανώτρια αρχή να διεξάγει έρευνα στα οικονομικά της Χόφενχαϊμ. Χαρακτήρισε τον Χοπ «πλούσιο λευκό που θέλει να διοικεί δικτατορικά» και εκείνος ζήτησε προστασία από… τη ρατσιστική επίθεση που του έγινε.
Τρία χρόνια αργότερα, αποδείχθηκε πως στο πέταλο των οπαδών της Μπορούσια στην εκτός έδρας αναμέτρηση με την Χόφενχαϊμ, ακουγόταν μια βοή από τα μεγάφωνα, για να καλύψει τα συνθήματα κατά του Χοπ.
Φέτος, ο ισχυρός άνδρας της «Kraichgauer» ηχογράφησε οπαδούς της Ντόρμουντ να φωνάζουν υβριστικά συνθήματα και τρεις από αυτούς κλήθηκα να πληρώσουν τσουχτερά πρόστιμα. Παράλληλα, στους οπαδούς της Μπορούσια επιβλήθηκε διετής απαγόρευση από την έδρα της Χόφενχαϊμ με αφορμή ένα ακόμα πανό.
Ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, καθώς η συγκεκριμένη «τσουβαλοποίηση» έρχεται σε πλήρη κόντρα με τις δεσμεύσεις της Ομοσπονδίας για αποφυγή συλλογικών τιμωριών προς τους οπαδούς.
Σε μια χώρα όπου οι οπαδικές συλλογικότητες και τα γκρουπ έχουν εκπροσώπους που βρίσκονται σε ανοιχτό διάλογο με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας, Ρέινχαρντ Γκρίντελ, δήλωσε το 2017 πως θα σταματήσουν όλες οι συλλογικές ποινές για τους φιλάθλους. Αυτό δεν έγινε ποτέ πράξη.
Οι φωνές κατά του Χοπ ακούστηκαν από πολλά γήπεδα και τα πανό πολλαπλασιάστηκαν. Εκείνη που προκάλεσε μεγαλύτερο θόρυβο, ήταν των οπαδών της Μπάγερν Μονάχου. Οι Βαυαροί νικούσαν 6-0 την Χόφενχαϊμ, όταν εμφανίστηκε υβριστικό πανό κατά του ισχυρού άντρα του αντιπάλου.
Παίκτες και στελέχη της Μπάγερν προσέγγισαν τους οπαδούς, προσπαθώντας να τους πείσουν να σταματήσουν. Ο διαιτητής εφάρμοσε το πλάνο τριών σημείων της Ομοσπονδίας για καταστάσεις προσβολής/εξύβρισης. Πρώτα διακοπή για συστάσεις, μετά δεύτερη διακοπή με απόσυρση των ομάδων και τέλος οριστική διακοπή.
Τελικά, οι παίκτες των δύο ομάδων αντάλλαξαν πασούλες για 13 λεπτά, εκφράζοντας με αυτό τον τρόπο την διαμαρτυρία τους για το υβριστικό πανό. Προφανώς, καταστάσεις σεξιστικών ή ρατσιστικών επιθέσεων δεν ήταν αρκετές για να τους οδηγήσουν σε αντίστοιχη διαμαρτυρία. Σε άλλα ματς, όπως αυτό της Ουνιόν Βερολίνου με την Βόλφσμπουργκ, ο διαιτητής διέκοψε το ματς για πανό χωρίς υβριστικό περιεχόμενο.
Είναι χαρακτηριστικό πως οπαδικά γκρουπ επιδίωξαν την συνάντηση με τους φορείς πριν ακόμα το φιτίλι ανάψει, όμως, όπως δήλωσαν μετέπειτα με ανακοινώσεις τους, αντιμετώπισαν συμπεριφορές μικροπολιτικής και «κόκκινες γραμμές» που η Ομοσπονδία δεν ήθελε καν να συζητήσει. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ο εκπρόσωπος της DFB, Φριτζ Κέλερ, δήλωσε ότι η Γερμανική Ομοσπονδία δεν μπορεί πλέον να αγνοεί «φυλετικές διακρίσεις και προσωπικές απειλές».
Δεν ήταν ο μόνος που έκανε την αόριστη σύνδεση μεταξύ των συνθημάτων κατά του Χοπ με τον ρατσισμό. Ο Τόμας Μίλερ της Μπάγερν Μονάχου, μετά τα όσα έγιναν στο παιχνίδι με τη Χόφενχαϊμ, έκανε έκκληση να φύγουν εκτός ποδοσφαίρου οι «εκστρατείες μίσους, ο ρατσισμός, ο αντισημιτισμός, η ομοφοβία και άλλες μορφές μίσους».
Όχι σε ένα ματς που τα παραπάνω πράγματι είχαν εκφραστεί από τις κερκίδες, αλλά όταν προσβλήθηκε ένα από τα αφεντικά των ομάδων. Ο ίδιος ο Χοπ, που είχε ντύσει και παλιότερα με ρατσιστικό μανδύα τις επιθέσεις εις βάρος του, δήλωσε πως οι διαμαρτυρίες του θύμισαν τις «σκοτεινότερες μέρες».
Από τη μάχη κατά του φασισμού στις κατηγορίες για «διακρίσεις»
Aς δούμε ποιοι είναι οι Schickeria, το γκρουπ οργανωμένων οπαδών της Μπάγερν Μονάχου που κατηγορήθηκε για «διακρίσεις» επειδή εναντιώθηκε σε έναν λευκό, πάμπλουτο άνδρα.
Οι Schickeria ιδρύθηκαν το 2002 και διατηρούν εξαιρετικές σχέσεις με τους Ultras της Ζανκτ Πάουλι, της ομάδας με που εξωτερικεύει περισσότερο από κάθε άλλη τον αντιφασιστικό και αντιρατσιστικό της χαρακτήρα.
Εδρεύοντας στο Μόναχο, την πρωτεύουσα της Βαυαρίας, στην οποία το συντηρητικό και ξενοφοβικό κόμμα CSU κυριαρχεί, οι Schickeria δείχνουν συχνά με πανό, συνθήματα και «χορογραφίες» στα γήπεδα την κουλτούρα και τ στάση τους απέναντι σε ζητήματα όπως ο ρατσισμός και το προσφυγικό ζήτημα.
«Αλληλεγγύη αντί για δυσαρέσκεια. Πρόσφυγες καλωσορίσατε», ανέφερε ένα χαρακτηριστικό τους πανό, ενώ την εποχή που συνελήφθη η ακτιβίστρια καπετάνισα Κάρολα Ρακέτε, η οποία αψήφησε την αντιμεταναστευτική ρητορική του Σαλβίνι και έσωσε σαράντα πρόσφυγες με το πλοίο της, οι ultras της Μπάγερν Μονάχου πήραν ξεκάθαρη θέση: «Εγκληματίας είναι το κράτος, όχι αυτοί που σώζουν ζωές στη θάλασσα. Η διάσωση δεν είναι έγκλημα».
Όταν ο πρόεδρος του εποπτικού συμβουλίου της Σάλκε είχε καταφερθεί ρατσιστικά εναντίον Αφρικανών, το βαυαρικό πέταλο βροντοφώναξε «κόκκινη κάρτα στους ρατσιστές», ενώ το πανό «οι πολιτικοί ρίχνουν λάδι στη φωτιά με τις λέξεις τους και ο όχλος ακολουθεί. Αηδιαστικοί ρατσιστές, σας μισούμε», δεν θέλει επιπλέον επεξήγηση.
Έχουν επίσης καυτηριάσει την ομοφοβία, ενώ χάρη στη δική τους εκστρατεία, ο κόσμος της Μπάγερν έμαθε την ιστορία του Κουρτ Λαντάουερ, ενός Εβραίου επιζήσαντα του Ολοκαυτώματος, ο οποίος διατέλεσε πρόεδρος της Μπάγερν.
Ο Καρλ Χάιντς Ρουμενίγκε παραδέχθηκε πως μέχρι να ακούσει το όνομα του Λαντάουερ από τους οπαδούς, δεν είχε ιδέα για το ποιος ήταν.
Οι ultras έκαναν ολόκληρη έρευνα με ιστορικούς και στη συνέχεια έκαναν μια σειρά από γηπεδικές χορογραφίες, διαδίδοντας την ιστορία του σε όλους τους οπαδούς. Το 2014, η Γερμανική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία τους βράβευσε για τη στάση τους απέναντι στον ρατσισμό.
H θέση των οπαδών
«Ελάχιστη έκπληξη μας προκαλεί ότι η Γερμανική Ομοσπονδία επηρεάζεται από ένα από τα αφεντικά και αθετεί την υπόσχεσή της να μην προχωρήσει σε συλλογικές τιμωρίες. Αυτό ήταν ένα ακόμα παράδειγμα της εμφανώς χαμηλής δέσμευσής στις ίδιες τους τις υποσχέσεις.
Αυτό που όμως είναι πολύ πιο τρομακτικό, είναι η εκπλήρωση της απαίτησης του Ντίτμαρ Χοπ πριν από 10 χρόνια να αντιμετωπίζονται οι κριτικές προς τον ίδιο και τον σύλλογό του ως φυλετικές διακρίσεις και να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο», έγραψαν χαρακτηριστικά οι ultras της Μπάγερν, με τα περισσότερα Μέσα να μην θέλουν να ακούσουν καν την εκδοχή τους.
Όπως εξηγούν στη συνέχεια, το 2007 ο Κρίστιαν Χάιντελ της Μάιντς αναρωτήθηκε για την θέση της Χόφενχαϊμ στη Μπουντεσλίγκα και ο Χοπ υπαινίχθηκε ρατσιστικά κίνητρα, απαιτώντας ανάλογη ποινή. Από τη μέρα εκείνη, μπήκε στο στόχαστρο των οπαδών της Ντόρτμουντ.
Συνεχίζοντας, οι οπαδοί προσθέτουν: «Αυτό γελοιοποιεί τα θύματα της πραγματικής ρατσιστικής εχθρότητας και των πράξεων βίας και υπογραμμίζει την αποτυχία της Ομοσπονδίας να τιμωρήσει πραγματικά περιστατικά αντίστοιχης φύσης».
Οι Schickeria μαζί με τους Unsere Kurve, την μεγαλύτερη ομάδα υπεράσπισης του οπαδικού κινήματος στη Γερμανία, αποτελούν από τους βασικούς παράγοντες στη μάχη κατά του ρατσισμού στις γερμανικές κερκίδες.
Διοργανώνουν εκπαιδευτικά πρότζεκτς, στέκονται αλληλέγγυοι με τα θύματα, βρίσκονται πάντα ενάντια στους υποκινητές, με αποτέλεσμα τα κρούσματα να έχουν μειωθεί στο ελάχιστο.
«Οι προσωπικές προσβολές, ακόμα κι αν είναι απρεπείς ή αδέξιες, δεν πρέπει να συγκρίνονται με τις δομικές διακρίσεις όπως ο ρατσισμός, που βρίσκονται στην κοινωνία μας», πρόσθεσαν οι Unsere Kurve.
Η όλη κατάσταση οδεύει προς ύφεση, αφού οι μηχανισμοί που έχουν δημιουργηθεί και προτάσσουν τον διάλογο έχουν τεθεί σε λειτουργία. Παράλληλα όμως, τα όσα γίνονται καταδεικνύουν πως για κάποιους εκ των ισχυρών του γερμανικού ποδοσφαίρου, όλη αυτή η καλή σχέση με τον κόσμο και με τους οργανωμένους οπαδούς, είναι επίπλαστη. Αρκεί να βρεθεί στο στόχαστρο κάποιος δικός τους, για να τα ξεχάσουν όλα και να μπουν στην επικίνδυνη τακτική της συλλογικής ευθύνης και των λογικών αλμάτων στις ανακοινώσεις τους, αποδυναμώνοντας ουσιαστικά τις θέσεις οπαδικών γκρουπ που αποτελούν κυματοθραύστες για κύματα του νεοναζισμού…