Η απόφαση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου στη Καρλσρούη για την αγορά ομολόγων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) έχει φέρει τη γερμανική κυβέρνηση σε δύσκολη θέση.
Σε απόφασή του την περασμένη εβδομάδα το ανώτατο δικαστήριο της Γερμανίας επέκρινε την απόφαση του προγράμματος αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και για πρώτη φορά διαφώνησε με απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
Σε αντίθεση με τους ευρωπαίους συναδέλφους τους οι γερμανοί δικαστές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα υπερέβη τις αρμοδιότητές της.
Οι Γερμανοί δικαστές χαρακτηρίζουν σχετική απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου που δικαίωνε την ΕΚΤ ως «αντικειμενικά αυθαίρετη» και «μεθοδικά αβάσιμη».
Δεδομένου ότι βάσει των Ευρωπαϊκών Συνθηκών εθνικό δικαστήριο δεν μπορεί να αμφισβητήσει απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου η Κομισιόν ανακοίνωσε ότι θα εξετάσει αν θα πρέπει να κινήσει διαδικασία ενάντια στη Γερμανία λόγω παραβίασης του κοινοτικού δικαίου.
Παρ’ ότι δεν τη βρίσκει σύμφωνη η απόφαση της Καρλσρούης, επ’ ουδενί η γερμανική κυβέρνηση θα μπορούσε να έρθει ανοιχτά σε σύγκρουση με έναν από τους ανώτατους συνταγματικούς θεσμούς της χώρας.
Εξ ου και οι «λεκτικοί ακροβατισμοί» στις δηλώσεις της καγκελαρίου αλλά και υπουργών της. Ο υπουργός Οικονομικών Όλαφ Σολτς για παράδειγμα, ενώ τόνισε ότι το γερμανικό συνταγματικό δικαστήριο δεν αμφισβητεί επί της ουσίας την αγορά ομολόγων από την ΕΚΤ, απέφυγε να αναφερθεί στο ουσιαστικότερο θέμα της απόφασης που είναι η ευθεία αμφισβήτηση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ως ύψιστης δικαστικής αρχής της ΕΕ.
Ο δε κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέφεν Ζάιμπερτ «διέγνωσε» μάλιστα τη Δευτέρα: «Βάσει της δικής μας ανάλυσης της απόφασης, το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο δεν αμφισβητεί τη βασική ερμηνευτική διαδικασία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.»
Πρόβλημα στις «παρυφές»
Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, σε κλειστή συνεδρίαση του προεδρείου των Χριστιανοδημοκρατών τη Δευτέρα το βράδυ η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ είχε τονίσει ότι η απόφαση του ανώτατου γερμανικού δικαστηρίου «έχει μεγάλη σημασία» και ότι η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί είναι «επισφαλής».
Έδειξε κατανόηση για την επισήμανση της Κομισιόν ότι εθνικά δικαστήρια δεν μπορούν να αμφισβητήσουν αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
Διαφορετικά, θα μπορούσαν και άλλα εθνικά δικαστήρια να αρχίσουν να αμφισβητούν αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, φαίνεται να είπε η καγκελάριος, υπονοώντας σαφώς χώρες όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία όπου σύμφωνα με την Κομισιόν παραβιάζονται βασικές αρχές της λειτουργίας της δικαιοσύνης και της ελευθερίας του τύπου.
Την Τετάρτη το μεσημέρι η καγκελάριος είχε την ευκαιρία να μιλήσει δημόσια για την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί μετά την απόφαση του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις βουλευτών στο γερμανικό κοινοβούλιο η Μέρκελ κατέστησε σαφές ότι οι αποφάσεις του δικαστηρίου θα πρέπει να είναι σεβαστές. Παράλληλα όμως, θα πρέπει να αξιοποιηθούν οι ευκαιρίες που προσφέρει η απόφαση προκειμένου «να περιοριστεί η διένεξη και όχι να πάρει διαστάσεις», δηλαδή η αντιπαράθεση για τις αρμοδιότητες εθνικών και ευρωπαϊκών οργάνων.
Και πέραν αυτού, η απόφαση του γερμανικού δικαστηρίου, υποστήριξε η καγκελάριος, «αναγνωρίζει σε μεγάλο βαθμό την υπεροχή του ευρωπαϊκού δικαίου έναντι του εθνικού.» «Όμως, πάντα όταν τίθεται το ζήτημα για τις αρμοδιότητες που μεταβιβάζονται από το εθνικό κράτος στο ευρωπαϊκό επίπεδο, τότε στις παρυφές αυτών των αρμοδιοτήτων μπορούν ενδεχομένως να προκύψουν ερωτήματα.» Όπως υποστήριξε, ακριβώς «αυτό αποτυπώνεται σε αυτή την απόφαση.»
Αναγκαιότητα αλλαγών στις ευρωπαϊκές συνθήκες
Το ζητούμενο τώρα είναι η όλη υπόθεση να αντιμετωπισθεί με «πολιτικά κριτήρια». Όπως τόνισε, «με έναν ξεκάθαρο ευρωπαϊκό προσανατολισμό θα συμβάλουμε προκειμένου να διατηρηθεί ένα ισχυρό ευρώ.» Σε αυτή την προσπάθεια «περιλαμβάνεται και η συμμετοχή της Γερμανικής Κεντρικής Τράπεζας στις δραστηριότητες της ΕΚΤ.»
Η καγκελάριος επεσήμανε ότι στο εξής η γερμανική βουλή θα συμμετέχει σε μεγαλύτερο βαθμό στις αποφάσεις της ΕΚΤ. Στη Γερμανία αρμόδιο όργανο σε δημοσιονομικά θέματα είναι το κοινοβούλιο.
Στην απόφασή του το ανώτατο γερμανικό δικαστήριο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι πριν από την αγορά των κρατικών ομολόγων κρατών-μελών της ευρωζώνης ύψους πολλών εκατοντάδων δις ευρώ από την ΕΚΤ, απαιτούνταν η σύμφωνη γνώμη του κοινοβουλίου.
Η καγκελάριος εστίασε την αιτία του προβλήματος που προέκυψε από την απόφαση του γερμανικού δικαστηρίου στο γεγονός ότι η οικονομική ολοκλήρωση προχωρά πιο γρήγορα από την πολιτική. Επικαλούμενη τον πρώην πρόεδρο της Κομισιόν Ζακ Ντελόρ τόνισε ότι «δεν αρκεί η Οικονομική Ένωση αλλά χρειάζεται και η Πολιτική Ένωση.»
Σημειώθηκε μεν πρόοδος προς αυτή την κατεύθυνση αλλά δεν είναι ακόμη αρκετή. «Επιβάλλεται μεγαλύτερη ολοκλήρωση και όχι λιγότερη», δήλωσε για να προσθέσει ότι «οι αλλαγές των Ευρωπαϊκών Συνθηκών δεν είναι ταμπού.»