Τα τελευταία χρόνια οι μαθησιακές δυσκολίες απασχολούν όλο και περισσότερους μαθητές, εκπαιδευτικούς και γονείς. Τι εννοούμε όμως με τον όρο μαθησιακές δυσκολίες?
Χρησιμοποιούμε αυτόν τον όρο όταν θέλουμε να περιγράψουμε ένα σύνολο διαταραχών, που μειώνουν την ικανότητα ενός ατόμου να επικοινωνήσει η να μάθει. Δηλαδή όταν υπάρχουν δυσκολίες αντίληψης, δυσλεξία, εγκεφαλικές δυσλειτουργίες κ.α.
Οι μαθησιακές δυσκολίες ΔΕΝ έχουν σχέση με την νοημοσύνη ενός παιδιού και προέρχονται από μια διαφορετικότητα στον εγκέφαλο η οποία επηρεάζει την λήψη την επεξεργασία και την επικοινωνία μιας πληροφορίας. Με πολύ απλά λόγια τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες βλέπουν ακούν και καταλαβαίνουν τα πράγματα με διαφορετικό τρόπο.
Πως όμως αναγνωρίζουμε ότι ένα παιδί έχει μαθησιακές δυσκολίες?
Υπάρχουν κάποια προειδοποιητικά σημάδια στην συμπεριφορά των παιδιών που μας παραπέμπουν σε αυτές, κάποια από αυτά παρουσιάζονται ακόμα και στην προσχολική ηλικία αλλά ως επί των πλείστων τα περισσότερα αναγνωρίζονται όταν το παιδί αρχίζει το σχολειό. Μερικά συμπτώματα είναι ήπια (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μας υποψιάζουν) και κάποια πιο έντονα όσο το παιδί μεγαλώνει.
Στην προσχολική ηλικία μπορούμε να δούμε την ανωριμότητα στην ομιλία την ελλιπή αντίληψη μέσω ακοής (στην προκειμένη περίπτωση πρέπει άμεσα να ελέγξουμε την ακοή του παιδιού κάνοντας χωρίς χρονοτριβή ένα τεστ τονικότητας), την δυσκολία διαχείρισης νέων καταστάσεων κ.λ.π.
Στην σχολική ηλικία όμως τα σημάδια είναι πιο έντονα και χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης, όπως η δυσκολία τήρησης οδηγιών, η δυσκολία στην συγκέντρωση, στην απομνημόνευση, στα μαθηματικά στην οργάνωση, στην γραφή στην διαχείριση εννοιών που αφορούν τον χρόνο.
Όταν όμως ένας εκπαιδευτικός διαπιστώσει ότι υπάρχουν μαθησιακές δυσκολίες θα πρέπει άμεσα να ενημερώσει τους γονείς. Και εδώ είναι που δυστυχώς πολλές φορές ξεκινούν διάφορα προβλήματα όσων αφορά την παραδοχή των γονέων και την αντιμετώπιση της κατάστασης του παιδιού τους.
Η μακροχρόνια εμπειρία μου μου έδειξε ότι κάποιοι γονείς (ευτυχώς όχι όλοι) αδυνατούν να παραδεχτούν ότι μπορεί να συμβαίνει κάτι με το παιδί τους, και αυτό είναι ένα μεγάλο λάθος που μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης αν αυτή δεν αντιμετωπιστεί ΑΜΕΣΑ, ως προς αυτό λοιπόν οι γονείς θα πρέπει να είναι δεκτικοί στις υποδείξεις των εκπαιδευτικών.
Ηθική υποχρέωση και δουλειά του εκπαιδευτικού είναι να εντοπίσει το πρόβλημα να ενημερώσει τους γονείς και να βοηθήσει όσο μπορεί στην αντιμετώπιση του. Υποχρέωση του γονέα είναι να είναι υποψιασμένος δεκτικός και έτοιμος να παράσχει στο παιδί κάθε βοήθεια που θα χρειαστεί για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα άμεσα.
Θα σας δώσω ένα παράδειγμα από προσωπική μου εμπειρία όσων αφορά την παραδοχή και δεκτικότητα των γονέων, πριν 18 χρόνια περίπου είχα ένα παιδάκι στον παιδικό σταθμό γύρω στα 3 που δεν μιλούσε, αφού λοιπόν πέρασε ένα εύλογο χρονικό διάστημα και το παιδί δεν είχε την αναμενόμενη βελτίωση στην ομιλία – θα έπρεπε να αρχίσει να μιλά έστω και λίγο εφόσον ο χώρος του πρόσφερε πολλά ακούσματα και ερεθίσματα – ήμουν υποχρεωμένη να μιλήσω με τους γονείς.
Μίλησα με την μητέρα ρωτώντας αρχικά αν το παιδί μιλά στο σπίτι, και αυτή μου απάντησε με μεγάλη άνεση ότι η ίδια συνεννοείται με το παιδί της μια χαρά, άφησα λοιπόν να κυλήσει και άλλο ο χρόνος και μετά από δυο μήνες της ξανά έκανα την ίδια ερώτηση γιατί το παιδί εξακολουθούσε να μην έχει βελτίωση – πήρα την ίδια απάντηση – Της ζήτησα να κάνει ένα ακοόγραμμα κάτι το οποίο την δυσαρέστησε και δεν το έκανε.
Το παιδί εν τω μεταξύ είχε αρχίσει να παρουσιάζει σημάδια αυτισμού αρκετά έντονα, εγώ όμως δεν μπορούσα να ξέρω αν το παιδί είχε πρόβλημα ακοής (και για αυτό μου παρουσίασε σημάδια αυτισμού) ή ήταν στο φάσμα του αυτισμού.
Τελείωσε η χρονιά και το παιδί έφυγε γιατί προφανώς η μητέρα ζορίστηκε με ότι της είπα, πέρασαν τα χρόνια και κάποια στιγμή έμαθα ότι το συγκεκριμένο παιδάκι ήταν κωφό αλλά η μάνα και οι μετέπειτα εκπαιδευτικοί του το διαπίστωσαν όταν πια το παιδάκι ήταν 8 ετών.
Έτσι λοιπόν «χάθηκε» ένα παιδί – χάθηκε πολύτιμος χρόνος – γιατί προφανώς μετά επικεντρώθηκαν στα σημάδια αυτισμού – γιατί η μητέρα δεν παραδέχτηκε στα 3 του χρόνια ότι το παιδί είχε πρόβλημα – δεν μπήκε καν στον κόπο να σκεφτεί και να ερευνήσει αυτό που της είπα γιατί δεν το έλαβε σοβαρά υπό όψιν της.
Αυτό είναι ένα παράδειγμα από τα πολλά που μπορώ να παραθέσω, αλλά στον αντίποδα υπήρξαν και γονείς που άκουσαν παραδέχτηκαν και βοήθησαν έγκαιρα τα παιδιά τους.
Για αυτό ΟΛΟΙ οι γονείς θα πρέπει να είναι υποψιασμένοι και δεκτικοί και εμείς οι εκπαιδευτικοί ευσυνείδητοι όσο και αν αυτό μας κάνει κάποιες φορές τους κακούς της ιστορίας.
Δεν πειράζει αξίζει πραγματικά τον κόπο να γινόμαστε πιεστικοί προκειμένου να προλάβουμε καταστάσεις και να βοηθήσουμε τα ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ, οι μαθησιακές δυσκολίες είναι ένα τεράστιο θέμα και δεν μπορούμε μέσα σε λίγες γραμμές να το αναλύσουμε.
Θα επανέρθουμε στο θέμα σε κάποιο μελλοντικό μας άρθρο.