Σε επιστολή της 7ης Αυγούστου που περιήλθε στην κατοχή του Ισπανικού Πρακτορείου Ειδήσεων η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπενθύμισε στους πρεσβευτές των κρατών μελών ότι, “δεδομένης της εμπειρίας στην αρχή της πανδημίας”, ο συντονισμός σε αυτόν τον τομέα “είναι ζωτικής σημασίας για πολίτες και επιχειρήσεις.”Η κατάσταση είναι τώρα ασταθής, με ορισμένα κράτη μέλη να αντιμετωπίζουν μειωμένο αριθμό κρουσμάτων και άλλα, δυστυχώς να καταγράφουν αλματώδη αύξηση αναφέρεται στην επιστολή. Ορισμένα κράτη μέλη έχουν αποφασίσει να διατηρήσουν ή να επαναφέρουν ορισμένους περιορισμούς στις διασυνοριακές μετακινήσεις, κάποιες φορές με έναν μάλλον μη συντονισμένο τρόπο επισημαίνει η Κομισιόν.
Η Γερμανία εξέδωσε οδηγία για την Ισπανία το ίδιο και η Ολλανδία έχουν κάνει το ίδιο με δέκα ευρωπαϊκές περιοχές, συμπεριλαμβανομένων της Μαδρίτης, του Παρισιού και των Βρυξελλών. Η επιτροπή επιμένει ότι το κλείσιμο των συνόρων και οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί προκαλούν “αναστάτωση” που πρέπει να “αποφεύγεται όσο το δυνατόν περισσότερο
Η Κομισιόν τάσσεται κατά των περιορισμών και των “αναποτελεσματικών” όπως τους χαρακτηρίζει ελέγχων και προτρέπει για “αναλογικά, συντονισμένα και στοχευμένα” μέτρα βάσει επιστημονικών στοιχείων. Τάσσεται υπέρ του να επιτρέπεται η κυκλοφορία, ακόμη και αν ο ταξιδιώτης υποχρεώνεται σε τεστ ακόμα και σε καραντίνα.
Οι περιορισμοί στην ελεύθερη κυκλοφορία πρέπει να επιβάλλονται μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις, όταν είναι σαφές (…) ότι είναι απαραίτητοι λόγω κινδύνου για τη δημόσια υγεία”, λέει η Επιτροπή, η οποία καλεί επίσης τις κυβερνήσεις να συνεργαστούν μεταξύ τους πριν από την εφαρμογή τέτοιων μέτρων. Όσον αφορά την επιστημονική βάση για αυτά τα μέτρα, οι Βρυξέλλες προτείνουν όχι μόνο να εξετάσουν τον αριθμό των νέων περιπτώσεων τις τελευταίες δύο εβδομάδες ανά 100.000 κατοίκους, αλλά επίσης να λάβουν υπόψη τις στρατηγικές δοκιμών που εφαρμόζει κάθε χώρα, συμπεριλαμβανομένου του αριθμού των δοκιμών και του ποσοστού θετικών δοκιμών.
Το εκτελεστικό όργανο της ΕΕ ζητά επίσης να ληφθεί υπόψη η περιφερειακή κατανομή των υποθέσεων και ότι, σε κάθε περίπτωση, η κινητικότητα για επαγγελματικούς ή οικογενειακούς λόγους και για τους μεταφορείς εμπορευμάτων εξακολουθεί να «επιτρέπεται και να διευκολύνεται».