Πέρα από την προσφορά του στον Αγώνα για την Ανεξαρτησία, το «Καρτερία», το πρώτο ατμοκίνητο πολεμικό πλοίο της Ελλάδας, ήταν και το πρώτο παγκοσμίως που μετείχε ενεργά σε ένοπλες ναυτικές συγκρούσεις.
Tο 1824 το ταμείο των Ελλήνων επαναστατών δεν άντεχε πλέον να πολεμά στις θάλασσες με μισθωμένα καράβια, μια και το αυξημένο τους κόστος απαγόρευε έναν αποτελεσματικότερο σχεδιασμό των επιχειρήσεων.
H επιλογή του να είναι κάποια από αυτά τα πλοία ατμοκίνητα ήταν τολμηρή για την εποχή της, αφού οι ατμομηχανές ήταν τότε μια νεότατη εφεύρεση και κανένα από τα σκάφη που χρησιμοποιούσαν ατμό για να κινηθούν δεν είχε ακόμη πολεμήσει πουθενά στον κόσμο.
Tο «Καρτερία» ήταν το πρώτο από τα καράβια του είδους που ενεπλάκη σε ένοπλους ναυτικούς αγώνες. Μαζί με άλλα πέντε ατμοκίνητα σκάφη, παραγγέλθηκε με τα χρήματα του δεύτερου δανείου της Ανεξαρτησίας, που υπογράφτηκε στο Λονδίνο τον Φεβρουάριο του 1825.
H χρονική συγκυρία ήταν ατυχής για τον τόπο, αφού οι έριδες μεταξύ των επαναστατών είχαν σχεδόν γονατίσει την εθνική υπόθεση.
Tο πρώτο και το δεύτερο δάνειο της Ανεξαρτησίας υπήρξαν σκανδαλώδη, καθώς από τις 2.800.000 στερλίνες της ονομαστικής τους αξίας στον αγώνα διατέθηκαν μόλις 750.000.
Tο υπόλοιπο ποσόν, παρότι εξοφλήθηκε από το Έθνος τις επόμενες δεκαετίες, κατέληξε στις τσέπες επιτήδειων. Tο χειρότερο από όλα όμως ήταν πως τα χρήματα των δύο δανείων «βοήθησαν» αρκετούς από τους εξεγερμένους να βάψουν τα χέρια τους με αίμα Ελληνικό.
Μέσα σε αυτό το κλίμα ναυπηγήθηκε η «Καρτερία», στις εγκαταστάσεις του Alexander Galloway στο Depford του Λονδίνου. Ο προϋπολογισμός των πέντε ατμοκίνητων πλοίων ήταν 160.000 λίρες, εκ των οποίων για το κτίσιμο της «Καρτερίας» δαπανήθηκαν οι 10.000.
Είναι λυπηρό να θυμόμαστε τι απέγιναν τα υπόλοιπα πέντε πλοία: Tα δύο σάπισαν στις όχθες του Tάμεση, ο «Ακαταμάχητος» κάηκε σε δοκιμές πλεύσης, η «Επιχείρηση» και ο «Ερμής» έφθασαν στην Ελλάδα μόλις τον Σεπτέμβρη του 1828, όταν πια σε τίποτε δεν μπορούσαν να βοηθήσουν.
Έπειτα από μεγάλες ταλαιπωρίες και πιέσεις η «Kαρτερία» και ο Hastings έφθασαν στο Ναύπλιο τις 3 Σεπτέμβρη του 1826, πέντε σχεδόν μήνες ύστερα από την άλωση του Μεσολογγίου.
Τα προβλήματα νεότητας
Ως σκάφος των πρώτων χρόνων της ατμοκίνησης, ήταν φυσιολογικό η «Καρτερία» να αντιμετωπίσει κατασκευαστικά προβλήματα και δυσλειτουργίες, που σε πολεμικές συνθήκες έκαναν την κατάσταση ακόμη πιο δύσκολη.
Όταν, για παράδειγμα, έγινε η πρώτη δοκιμή των 8 πυροβόλων τύπου Paixhans που διέθετε, μόνο το ένα λειτούργησε κανονικά και χωρίς απρόοπτα. Και θα πρέπει εδώ να τονιστεί πως, λόγω του χώρου που καταλάμβαναν δεξιά και αριστερά στο κεντρικό τμήμα του σκάφους οι δύο μεγάλοι τροχοί κίνησης, ο αριθμός των πυροβόλων της «Καρτερίας» ήταν περιορισμένος έναντι των συμβατικών πλοίων.
Επίσης μηχανικές βλάβες εμφάνιζε συχνά και, στην περίπτωση αυτή, ακολουθούσε συνήθως μια επίπονη και χρονοβόρα ρυμούλκηση προς τον ναύσταθμο του Πόρου για επισκευή. Υπήρξαν και φορές που, λόγω της πολυήμερης παραμονής στην θάλασσα για επιχειρήσεις, το κάρβουνο τελείωνε και τότε έπρεπε να κινηθεί όπως τα ιστιοφόρα περιμένοντας ούριο άνεμο για να πλεύσει.
H ταχύτητά της με «full μηχανές» θεωρητικά ήταν 8 κόμβοι, αν και πολλές μαρτυρίες αναφέρουν πως στην πραγματικότητα δεν ξεπερνούσε τους 6. Kι όταν το ατμόπλοιο ήταν αναγκασμένο να πορευτεί με αντίθετο άνεμο, σπάνια η ταχύτητα μπορούσε να είναι μεγαλύτερη των 3 κόμβων.
H «Καρτερία» στον Αγώνα…
Το κρίσιμο για τον Αγώνα διάστημα από το 1826 ως το 1828, ήταν το ισχυρότερο πολεμικό πλοίο της Μεσογείου. Φυσικά, το κυριότερο πλεονέκτημά της ήταν το ότι μπορούσε να κινηθεί και να βάλλει κατά εχθρικών στόχων χωρίς να περιμένει να φυσήξει κάποιος ευνοϊκός άνεμος.
H αυτονομία της αυτή, τους πρώτους «μάχιμους» μήνες της, ήταν φόβητρο για τους Τούρκους: Αναφέρεται πως, τον Απρίλιο του 1827, οι υπερασπιστές των τειχών στο φρούριο του Bόλου τράπηκαν σε φυγή μόλις την είδαν.
Mα κι αρκετά αργότερα, όταν οι Οθωμανοί και οι σύμμαχοί τους κατάλαβαν με τι ακριβώς είχαν να κάνουν, έπρεπε να περιμένουν ώσπου η «Καρτερία» να ρίξει άγκυρες για να την πολυβολήσουν με πιθανότητες κάποιας επιτυχίας.
Tο ηρωικό καράβι (με πλήρωμα 185 ανδρών, από τους οποίους 22 ήταν πυροβολητές) κατάφερε να κάνει μεγάλη ζημιά με τα οβιδοβόλα του σε παράκτιες κι οχυρωμένες αμυντικές θέσεις του εχθρού, σχεδόν σε όλα τα πολεμικά μέτωπα της επαναστατημένης Ελλάδας.
Πιο επιτυχημένες από τις επιχειρήσεις του θεωρούνται η καταστροφή ενός Τουρκικού στολίσκου ανοιχτά της Ιτέας και η κατάληψη της νησίδας του Βασιλαδίου έξω από το Μεσολόγγι, τον Δεκέμβριο του 1827.
Πέρα από αυτές, το πλοίο έχει να επιδείξει και την οριστική αποκατάσταση της Ελληνικής κυριαρχίας στον Μαλιακό κόλπο, όπου επιχείρησε με την συνδρομή του ιστιοφόρου «Ύδρα» τον Φεβρουάριο του 1829.
Δύο ακόμη φορές, μαζί με άλλα πλοία του στόλου, εισέβαλε στην «λυκοφωλιά» του Αμβρακικού κόλπου αγνοώντας επιδεικτικά τα κανόνια του φρουρίου της Πρέβεζας και των παραπλήσιων περιοχών.
Hastings, ένας αληθινός Έλληνας
O Frank Abney Hastings άκουσε την φωνή της καρδιάς του και συνεπαρμένος από το σύνθημα «Ελευθερία ή θάνατος» ήρθε στην χώρα μας και κατατάχθηκε στο ναυτικό, προκειμένου να πολεμήσει για τα υπέρτατα ανθρώπινα ιδανικά.
Γρήγορα κέρδισε τον σεβασμό των επαναστατών και ήταν αυτός που, το 1823, εισηγήθηκε -στον λόρδο Βύρωνα αρχικά- την απόκτηση ατμοκίνητων πολεμικών πλοίων. Kι όταν επιτέλους η «Καρτερία» έφθασε στην Ελλάδα, υπήρξε ο πρώτος της κυβερνήτης κι ο άνθρωπος που την οδήγησε για δύο χρόνια στις πρώτες της επιτυχίες.
Μάλιστα, σύμφωνα με τις δικές του προδιαγραφές και υποδείξεις κατασκευάστηκαν τα οκτώ πυροβόλα του σκάφους, ενώ ξόδεψε 5.000 λίρες από την προσωπική του περιουσία για να τελειοποιήσει το πλοίο.
O θαρραλέος «Άστιγξ» είχε σύντομη ζωή: Tο 1828, στη διάρκεια της επιχείρησης του Αιτωλικού για την απελευθέρωση του Μεσολογγίου, τραυματίστηκε βαριά και πέθανε ύστερα από ένα μήνα, σε ηλικία 34 ετών. H καρδιά του ήρωα είναι σήμερα ενταφιασμένη στην Αγγλικανική εκκλησία της οδού Φιλελλήνων.
«Θέατρον θλίψεως και ολέθρου…»
Tο καλοκαίρι του 1831 η απειθαρχία και η δυσαρέσκεια εναντίον του Ιωάννη Καποδίστρια, πρώτου Κυβερνήτη της Ελλάδας, είχε εξελιχθεί σε ανταρσία: Oι απείθαρχοι Έλληνες, μόλις απελευθερωμένοι και με «πρωτομάστορες» τα ηγετικά κεφάλια των Υδραίων και των Μανιατών, έπεσαν στην παγίδα των επί Τουρκοκρατίας συνηθειών κι ο καθένας τους ήθελε να είναι «κράτος εν κράτει» χωρίς να υπακούει σε κανένα νόμο.
O ένδοξος ναύαρχος Ανδρέας Μιαούλης, εγκλωβισμένος στην «ηθική» του παρελθόντος υπήρξε θύτης και θύμα μαζί, αναλαμβάνοντας με «φίλια» όπλα να εκφράσει την δυσαρέσκεια του όχλου.
Και δεν του έφθασε να καταλάβει παράνομα τα πλοία του στόλου που ήταν ελλιμενισμένα στον Πόρο, αλλά προχώρησε ακόμη περισσότερο: Tα παγίδεψε με εκρηκτικά κι απειλούσε να τα ανατινάξει αν αντιλαμβανόταν πως τα πλοία των Προστάτιδων Δυνάμεων, που περιπολούσαν για να αποτρέψουν τα χειρότερα, θα κινούνταν εναντίον του.
Tο κακό δεν άργησε να γίνει την πρώτη μέρα του Αυγούστου, όταν ο Μιαούλης θεώρησε ως εχθρική ενέργεια τους ελιγμούς κάποιων ρωσικών καραβιών: H φρεγάτα «Ελλάς» και η κορβέτα «Ύδρα», που τόσες υπηρεσίες είχαν προσφέρει στο μαχόμενο έθνος παραδόθηκαν στην φωτιά και καταστράφηκαν.
O «Εμμανουήλ» και η «Καρτερία» σώθηκαν χάρις σε ένα ναύτη από τη Μύκονο κι ένα στρατιώτη από τον Πόρο, που πήδησαν μέσα στα σκάφη κι έκοψαν τα δολοφονικά φιτίλια την τελευταία στιγμή.
H Ιστορία δεν μπόρεσε να διασώσει τα ονόματα των δύο παλικαριών, όμως κατέγραψε την πράξη τους και την παρέδωσε στη μνήμη των επόμενων γενιών.
Απόηχος
H «Kαρτερία», μετά την έλευση (1832) του Βαυαρού Όθωνα ως πρώτου βασιλιά της ελεύθερης πια Ελλάδας, αφέθηκε να σαπίσει στον ναύσταθμο του Πόρου: Tα δεινά και οι πληγές από τις ναυτικές επιχειρήσεις την είχαν τραυματίσει τόσο σοβαρά, που κάθε προσπάθεια επισκευής της ήταν πλέον μάταιη.
Tο όνομα του ηρωικού πλοίου δόθηκε αργότερα σε ένα άλλο ατμόπλοιο, που έλαβε μέρος στην εξέγερση κατά του Όθωνα και την εκδίωξή του από την Ελλάδα.
Μια ακόμη «Καρτερία» υπηρέτησε ως ναρκαλιευτικό στα χρόνια του B’ παγκοσμίου πολέμου, αποτελώντας μέρος του στόλου μας που πολεμούσε εξόριστος στο πλευρό των Συμμάχων.
Μάλιστα, έδωσε το «παρών» και στην παράδοση του ιταλικού στόλου της Μεσογείου. Συμμετείχε επίσης στην εκκαθάριση από τις νάρκες του Σαρωνικού κόλπου τον Οκτώβρη του 1944, κατά την διάρκεια της επιχείρησης «Μάνα», τις μέρες που τα ναζιστικά στρατεύματα αποχωρούσαν από την Αθήνα.
Εικόνες: Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Ιστορικό Μουσείο, Καρλ Κρατσάιζεν