Αυτό που συνέβη στην Ιταλία λειτούργησε ως πυροκροτητής για τους επιδημιολόγους και τις αρμόδιες αρχές όλων των ευρωπαϊκών χωρών και του συνόλου των ιατρικών ερευνητικών ομάδων στη Γηραιά Ήπειρο.
Ο Πασκάλ Κρεπέ, ο οποίος είναι καθηγητής-ερευνητής της επιδημιολογίας και της βιοστατιστικής στην Ανώτατη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου της Rennes, εξηγεί πώς εργάστηκε η ομάδα του πάνω σε τρία μοντέλα τα οποία εξετάζουν την εξάπλωση του κορωνοϊού στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, δηλαδή από τις 10 Μαρτίου έως τις 14 Απριλίου.
Η έρευνα αυτή άρχισε με το «κλασικό» μοντέλο, το οποίο καταμετρά τις επιπτώσεις στην εξάπλωση του ιού από το κλείσιμο των σχολείων και όλων των άλλων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων.
Σε αυτό το μοντέλο ορίστηκαν ως παράμετροι τα χαρακτηριστικά του ιού Covid-19. Δηλαδή το ποσοστό μετάδοσής του, η θνητότητα των περιπτώσεων των ασθενών που επιμολύνθηκαν, η περίοδος επώασής του, καθώς και η περίοδος κατά την οποία είναι δυνατή η μετάδοσή του από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Παράλληλα, στο μοντέλο αυτό ορίστηκαν οι διαφορές συμπεριφοράς του ιού ανάλογα με τις ηλικίες και για τον λόγο αυτόν χρησιμοποιήθηκαν τα σημερινά δημογραφικά δεδομένα όπως αυτά έχουν καταμετρηθεί από την εθνική αρχή της Γαλλίας.
Η ερευνητική ομάδα διαμόρφωσε τρία μοντέλα ως προς το ποσοστό μεταδοτικότητας του ιού. Το αισιόδοξο μοντέλο, το οποίο λαμβάνει υπόψη του πως ο πληθυσμός έχει περιοριστεί στο σπίτι του με επιτυχία. Σε αυτό το μοντέλο ο κάθε ασθενής από κορωνοϊό επιμολύνει 1,5 ακόμα πολίτη.
Στο «μετριοπαθές» σενάριο ο ρυθμός της επιμόλυνσης από κάθε φορέα της ασθένειας ανεβαίνει στους 2,25 πολίτες. Στο «απαισιόδοξο» σενάριο ο ρυθμός επιμόλυνσης από κάθε φορέα ανεβαίνει στους 3.
Για να αντιληφθούμε το τι ακριβώς συμβαίνει, θα πρέπει να επισημανθεί πως η Γαλλία, όταν άρχισε την επιβολή μέτρων περιορισμού του πληθυσμού στο σπίτι, ακολουθούσε έναν ρυθμό επιμόλυνσης από κάθε φορέα της τάξης του 2,56.
Δηλαδή κάθε ασθενής μετέδιδε την ασθένεια σε άλλους 2,6 πολίτες. Σε αυτό το συμπέρασμα έφθασαν οι ερευνητές χρησιμοποιώντας ως βάση τα πορίσματα των βιοστατιστικών που πραγματοποιήθηκαν στην Κίνα κατά την πρώτη, τη δεύτερη και την τρίτη φάση της ασθένειας.
Όμως, όπως επισημαίνουν οι Γάλλοι ερευνητές, όσο περνάει ο χρόνος και αυξάνονται οι αριθμοί τόσο γίνεται πολυπλοκότερη η δυνατότητα ακριβούς καταμέτρησης των κρουσμάτων.
Με λίγα λόγια, όσο περνά ο καιρός τόσο είναι λιγότερο ακριβής η όποια καταμέτρηση. Τα άτομα τα οποία δεν εμφανίζουν συγκεκριμένα συμπτώματα δεν συμπεριλαμβάνονται στον γενικό καταμετρητή και, όσον αφορά στους συμπτωματικούς ασθενείς, μόνο οι πολύ βαριές περιπτώσεις περνούν από το τεστ εξακρίβωσης-επιβεβαίωσης.
Τα βασικά συμπεράσματα της έρευνας
Αντιληφθήκαμε, επισημαίνει ο επικεφαλής της έρευνας Πασκάλ Κρεπέ, πως οι δυνατότητες των μονάδων εντατικής θεραπείας (ΜΕΘ) θα περιοριστούν με αποτέλεσμα την αύξηση των νεκρών.
Μεταξύ 10 Μαρτίου και 14 Απριλίου ο αριθμός των βαρέων περιστατικών μπορεί να φθάσει τους 40.000 σε όλη τη Γαλλία και ο αριθμός των νεκρών τις 11.000 μέσα σε έναν μήνα.
Τι πρόκειται να συμβεί μετά
Είναι δυνατόν να έρθουν καλές ημέρες στις οποίες θα διακοπεί η μετάδοση του ιού, αλλά, εάν δεν συμβεί αυτό, θα πρέπει να αναμένουμε ένα άλμα της επιδημίας μετά την περίοδο αναγκαστικού περιορισμού των κατοίκων στο σπίτι τους.
Με δεδομένη την απουσία εμβολίου μέχρι στιγμής, εκτιμούμε ότι ο Covid-19 θα μπορούσε να προκαλέσει τον θάνατο σε εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες, συμπέρασμα το οποίο συμπίπτει με εκείνα και άλλων ερευνητικών ομάδων στον τομέα της επιδημιολογίας.
Τα παραπάνω συμπεράσματα διαφέρουν από τα πορίσματα των υπηρεσιών υγείας της Γαλλίας.
Οι επιδημιολόγοι των αρχών δημόσιας υγείας της Γαλλίας διαμόρφωσαν τα σενάριά τους στη βάση των όσων συνέβησαν στην Κίνα, στο Ουχάν, που ήταν και το επίκεντρο της επιδημίας, και στο Χουμπέι, την ευρύτερη περιφέρεια που επλήγη περισσότερο σε όλη την Κίνα.
Τα σενάρια αυτά βασίστηκαν στην προϋπόθεση ότι τα μέτρα που θα λαμβάνονταν στη Γαλλία θα ήταν το ίδιο δραστικά με αυτά της Κίνας, κάτι το οποίο δεν συνέβη.
Οι γαλλικές αρχές της δημόσιας υγείας υπέθεσαν εξάλλου πως όλες οι περιπτώσεις που κατέληξαν σε θάνατο στην Κίνα καταμετρήθηκαν.
Όμως, όπως γνωρίζουμε, συνεχίζει ο επιδημιολόγος, στην κατάσταση που επικρατούσε στην κορύφωση της επιδημίας στο Ουχάν φαίνεται πως ήταν εντελώς αδύνατο να καταμετρηθούν με επιμέλεια και ακρίβεια όλοι αυτοί οι θάνατοι και να καταχωρηθούν σε databank.
Αυτό που συνέβη στην Ιταλία ήταν για εμάς τους επιδημιολόγους κάτι σαν πυροκροτητής. Επιβεβαιώσαμε δηλαδή πως υπήρξε πέραν πάσης αμφιβολίας σοβαρό πρόβλημα στα δεδομένα που καταμετρήθηκαν στην Κίνα.
Σύμφωνα με το συμπέρασμα το οποίο εξήχθη από μία κοινή προσέγγιση του ινστιτούτου της Rennes με διάφορες περιφερειακές αρχές, πρέπει να γίνει αντιληπτό πως στο αισιόδοξο σενάριο τουλάχιστον 4.000 ασθενείς θα πρέπει να νοσηλευτούν ταυτόχρονα σε ΜΕΘ, όταν αυτή τη στιγμή η δυνατότητα είναι 1.100 κλίνες.
Είναι προφανές πως αυτές οι προσεγγίσεις είναι θεωρητικές και ότι προϋποθέτουν πως το 100% των κλινών ΜΕΘ θα είναι στη διάθεση των ασθενών Covid-19.
Όμως αυτό δεν συμβαίνει σε πραγματικές συνθήκες. Γνωρίζουμε πως το ποσοστό πληρότητας κλινών ΜΕΘ είναι της τάξης του 80%-90%.
Είναι φυσικό, λοιπόν, να ζητηθεί από τα νοσοκομεία να οργανωθούν τάχιστα ώστε να αυξήσουν σημαντικά τον αριθμό των κλινών ΜΕΘ ακυρώνοντας τις χειρουργικές επεμβάσεις, επί παραδείγματι.