Αρκετοί αναλυτές προεξοφλούν ότι η χώρα ενδέχεται να «στερέψει» από καύσιμα γύρω στα Χριστούγεννα – Οι Γερμανοί βάζουν βαθειά το χέρι στην τσέπη
Σε μια επιθετικότερη φάση του «σχεδίου έκτακτης ανάγκης» που έχει εκπονήσει, προχώρησε χθες η γερμανική κυβέρνηση, καθώς η χιονοστιβάδα συνεπειών από την περικοπή της ροής ρωσικού φυσικού αερίου προς την ισχυρότερη οικονομία της Ευρωζώνης μέσω του αγωγού Nord Stream1, εντείνει το γενικό προβληματισμό αναφορικά με το πραγματικό κόστος της ενεργειακής κρίσης.
Υπό αυτό το πρίσμα, έκτακτη εισφορά για τους καταναλωτές ανακοίνωσε χθες ο Αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομίας αρμόδιος για ζητήματα Ενέργειας, Ρόμπερτ Χάμπεκ, ως ανάχωμα στην πιθανή κατάρρευση των παρόχων φυσικού αερίου.
Με δεδομένο ότι οι πάροχοι δεν μπορούσαν να μετακυλίσουν, βάσει συμβολαίων, το 90% των ζημιών τους προς τους καταναλωτές, το Βερολίνο καλεί τώρα τα γερμανικά νοικοκυριά να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη, προκειμένου να μην υποχωρήσει πλήρως το ενεργειακό οικοδόμημα της χώρας.
Το εντυπωσιακό των χθεσινών εξαγγελιών Χάμπεκ έγκειται στο ότι η έκτακτη εισφορά θα αφορά στο χρονικό διάστημα από τον Οκτώβριο μέχρι τον Μάρτιο του 2024, με το μέλλον να προβλέπεται ενεργειακά αβέβαιο και δαπανηρό και για το 2024, μολονότι η Κομισιόν εκτιμά ότι η κατάσταση στο ενεργειακό πεδίο θα αρχίσει να αποκλιμακώνεται από τον Απρίλιο του 2023 και εξής.
Αν και δεν πρόκειται για την πρώτη αύξηση στο κόστος ενέργειας στη Γερμανία, οι καταναλωτές θα πρέπει να καταβάλουν από 1,5 και μέχρι 5 λεπτά ανά κιλοβατώρα, επηρεάζοντας τον οικογενειακό προϋπολογισμό, όταν μια μέση οικογένεια καταναλώνει 20.000 κιλοβατώρες περίπου το χρόνο, που τώρα θα τις πληρώσει αυξημένες από 500-1.000 ευρώ.
Η επιβολή έκτακτου μέτρου δημοσιονομικού χαρακτήρα δεν είθισται σε μια ανθηρή οικονομία με μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, όπως η γερμανική, γεγονός που έχει αναστατώσει μεγάλη μερίδα των Γερμανών πολιτών σχετικά με το τι μέλλει γενέσθαι συνολικά με το κόστος ζωής στη χώρα, ακόμη και αν η είναι κατανοητή προς έναν βαθμό η αιτία του μέτρου.
Μετά, ωστόσο, από τη διάσωση μέσω κρατικοποίησης της εταιρίας Uniper (με τίμημα 15 δις ευρώ), η λύση της έκτακτης εισφοράς φάνταζε σχεδόν ως μονόδρομος, προκειμένου να μην βρεθούν στο χείλος του γκρεμού και οι υπόλοιποι πάροχοι φυσικού αερίου.
Σύμφωνα με τη Deutsche Welle, με την κυβερνητική απόφαση οι πάροχοι φυσικού αερίου αποκτούν πλέον τη δυνατότητα να μετακυλήσουν στους πολίτες το 90% του επιπλέον κόστους και μάλιστα κατά το ίδιο ποσό ανά κιλοβατώρα, ανεξάρτητα από τον πάροχο με τον οποίο έχουν υπογράψει συμβόλαιο.
Κατά τις εκτιμήσεις, πάντως, του Προέδρου του Ινστιτούτου Οικονομικής Έρευνας Φράτσερ, το κόστος θέρμανσης με φυσικό αέριο αναμένεται να τριπλασιαστεί σε σχέση με το 2021, καθιστώντας επιτακτική τη λήψη μέτρων στήριξης των ασθενέστερων.
Στην κατεύθυνση αυτή, η περαιτέρω αύξηση του επιδόματος ενοικίου, η ενίσχυση άπαξ με 300 ευρώ για κάθε εργαζόμενο τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, αλλά και η καταβολή 100 ευρώ για κάθε παιδί εντός του μήνα έρχονται να απαντήσουν, ως πρώτο κύμα, στις αυξανόμενες ανάγκες της καθημερινότητας.
Παράλληλα, αλλάζει άρδην και η καθημερινότητα εκατομμυρίων Γερμανών πολιτών στο επίπεδο εξοικονόμησης ενέργειας, καθώς το Ανόβερο έβαλε τέλος στο ζεστό νερό στις δημόσιες, θερμαινόμενες πισίνες, τόσο σε εξωτερικούς, όσο και εσωτερικούς χώρους.
Χωρίς ζεστό νερό θα είναι από την 1η Οκτωβρίου και μέχρι τις 31 Μαρτίου τα αθλητικά κέντρα και τα γυμναστήρια, ενώ κλειστά θα παραμείνουν τα σιντριβάνια. Παρελθόν, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, θα αποτελέσει και ο φωτισμός στα δημόσια κτίρια, στα οποία επιβάλλεται θερμοστάτης στους 20 Κελσίου.
Τα δραστικά μέτρα εξοικονόμησης φιλοδοξούν να επιβραδύνουν την ταχύτητα κατανάλωσης του διαθέσιμου φυσικού αερίου, αλλά και της ενέργειας στη Γερμανία γενικότερα, καθώς αρκετοί αναλυτές προεξοφλούν ότι η χώρα ενδέχεται να «στερέψει» από καύσιμα γύρω στα Χριστούγεννα, ακόμη και αν οι αποθήκες φυσικού αερίου στη χώρα γεμίσουν στο 100% της πληρότητάς τους, πράγμα ανέφικτο σήμερα.
«Η Γερμανία προετοιμάζεται για να αντιμετωπίσει καθεστώς έκτακτης ανάγκης» σε περίπτωση διακοπής της ροής του φυσικού αερίου, έγραφε προ ημερών η εφημερίδα «Süddeutsche Zeitung».
Ήδη, η γερμανική κυβέρνηση «ενέκρινε τροποποίηση νόμου, που της παρέχει εκτεταμένες εξουσίες: από την εισαγωγή νέας επιβάρυνσης σε πελάτες φυσικού αερίου μέχρι ένα πακέτο διάσωσης εταιρειών ενέργειας και αναγκαστικούς περιορισμούς στην κατανάλωση φυσικού αερίου», σύμφωνα με το δημοσίευμα.
«Πρέπει να μένουμε ενωμένοι» είναι το μήνυμα που εκπέμπει με κάθε ευκαιρία, από πλευράς του ο Γερμανός Καγκελάριος, Όλαφ Σόλτς, προετοιμάζοντας τη γερμανική κοινή γνώμη για έναν μακρύ, ρωσικό χειμώνα.
«Δεν θα είναι εύκολο. Οι τιμές δεν θα πέσουν σύντομα – αντιθέτως, αυτό το πρόβλημα θα υπάρχει για πολύ καιρό», είπε και διαβεβαίωσε ότι με τα κυβερνητικά μέτρα «δεν θα αφεθεί κανείς αβοήθητος».
Αέριο ή εξεγέρσεις
Επικεφαλής της εθνικής επιχείρησης περιστολής των ενεργειακών δαπανών είναι ο Αντικαγκελάριος, Ρόμπερτ Χάμπεκ, ο οποίος έχει ήδη συσσωρεύσει τα βέλη της κριτικής του γερμανικού Τύπου, καθώς το γνωστό περιοδικό Spiegel τον συνέκρινε με τον Νικολάι Τσαουσέσκου, ο οποίος είχε αφήσει τους Ρουμάνους να κρυώνουν στους 12 βαθμούς.
Η σκληρότητα των μέτρων φέρνει, ωστόσο, τριγμούς και εντός της κυβέρνησης, με την υπουργό Εξωτερικών, Αναλένα Μπέρμποκ να εκτιμά πως η πλήρης διακοπή του ρωσικού αερίου θα μπορούσε να οδηγήσει σε «λαϊκές εξεγέρσεις».
Στο κατέβασμα του διακόπτη, ωστόσο, συμμετέχουν ήδη και άλλες γερμανικές πόλεις, με πρώτο το Βερολίνο που διέκοψε το φωτισμό το βράδυ σε 200 ιστορικά κτίρια προς εξοικονόμηση ενέργειας, ενώ έχει μειώσει από τον Απρίλιο κατά 2 βαθμούς τη θερμοκρασία στις εξωτερικές πισίνες.
Με κλειστούς τους προβολείς θα στέκει στο εξής και το Δημαρχείο του Μονάχου, ενώ τα δημοτικά γραφεία θα διαθέτουν μόνο κρύο τρεχούμενο νερό και τα σιντριβάνια θα παραμείνουν κλειστά.
Μέτρα λαμβάνει και η Νυρεμβέργη, η οποία κλείνει τις τρεις από τις τέσσερις εσωτερικές πισίνες της πόλης, ενώ ανοιχτές θα παραμείνουν οι εξωτερικές πισίνες το αργότερο μέχρι τις 25 Σεπτεμβρίου.
Πηγή: Πρώτο Θέμα