Παρότι παράγει μόνο το 25% του ΑΕΠ της ευρωζώνης, η Γερμανία ήταν υπεύθυνη για το 52% του συνόλου της έκτακτης κρατικής βοήθειας που οι 27 χώρες παρείχαν για τη διάσωση των εθνικών τους επιχειρήσεων και των θέσεων εργασίας,Στο ναδίρ ο κλάδος μεταποίησης.
Λιγότερο βίαιο απ’ ό,τι παρουσιάστηκε έως τώρα βλέπουν οι επαγγελματίες αναλυτές το χτύπημα του κορονοϊού στην ευρωπαϊκή οικονομία.
Σε τριμηνιαία δημοσκόπηση της ΕΚΤ (ECB Survey of Professional Forecasters), η οποία πραγματοποιήθηκε μεταξύ 31 Μαρτίου και 7 Απριλίου και δόθηκε χθες στη δημοσιότητα, οι συμμετέχοντες αναλυτές επιχειρήσεων χρηματοπιστωτικού αλλά και άλλων τομέων έδειξαν πιο αισιόδοξοι απ’ ό,τι τα επίσημα χείλη.
Προβλέπουν ότι η οικονομία της ευρωζώνης θα διολισθήσει φέτος σε ύφεση 5,5%, αλλά θα ανακάμψει γρήγορα στη συνέχεια, επιτυγχάνοντας ανάπτυξη 4,3% το 2021 και 1,7% το 2022.
Οι προβλέψεις αυτές, παρότι απέχουν… έτη φωτός από τις εκτιμήσεις στους στην προηγούμενη δημοσκόπηση της ΕΚΤ πριν από περίπου 3 μήνες, είναι πάντως πολύ θετικότερες σε σχέση με αυτά που είπε η Κριστίν Λαγκάρντ στη σύνοδο κορυφής πριν από 12 μέρες.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ είχε κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου στους ηγέτες της Ε.Ε. προειδοποιώντας ότι το ευρωπαϊκό ΑΕΠ μπορεί να βουτήξει έως και 15% λόγω πανδημίας.
Την περασμένη Παρασκευή, στα πιθανά σενάρια για τον αντίκτυπο της πανδημίας στην ευρωζώνη, η ΕΚΤ «μάζεψε» κάπως τον… τρόμο, κάνοντας λόγο για ύφεση μεταξύ 5%-12% φέτος. Το ΔΝΤ από την πλευρά του στις εαρινές του προβλέψεις πριν από μερικές εβδομάδες προέβλεψε ότι η ύφεση στην ευρωζώνη φέτος θα αγγίξει το 7,5%, ενώ κάπου εκεί κοντά φέρεται να βρίσκεται και η εκτίμηση της Ευρ. Επιτροπή, που έχει προειδοποιήσει για τη χειρότερη ύφεση από το 2009.
Ολες αυτές οι προβλέψεις δημοσιοποιήθηκαν στην περίοδο έξαρσης της πανδημίας όταν τα περισσότερα κράτη-μέλη ήταν κλειδωμένα σε καραντίνα και οι οικονομίες με πατημένο το φρένο. Γι’ αυτό και είχαν τεράστιο βαθμό αβεβαιότητας. Παρ’ όλα αυτά, δημοσιοποιήθηκαν βυθίζοντας αρκετό κόσμο στην ανασφάλεια και τη θλίψη.
Καθώς τα μέτρα κοινωνικής απομόνωσης αποσύρονται σταδιακά και οι οικονομίες επανεκκινούν δειλά δειλά τους κινητήρες τους, οι προβλέψεις -ως διά μαγείας- βελτιώνονται.
Οχι όμως για όλους. Για τους εργαζόμενους της ευρωζώνης οι προβλέψεις παραμένουν μαύρες. Οι επαγγελματίες αναλυτές της έρευνας της ΕΚΤ προβλέπουν ότι η μέση ανεργία στην ευρωζώνη θα είναι υψηλότερη απ’ αυτήν που περίμεναν στην προηγούμενη δημοσκόπηση της ΕΚΤ, στο 9,4% φέτος, στο 8,9% το 2021 και στο 8,4% το 2022.
Δηλαδή 1,9%, 1,5% και 1,1% περισσότερο απ’ ό,τι προέβλεπαν πριν από 3 μήνες. Μακροπρόθεσμα δε, βλέπουν την ανεργία στο 7,7%, 0,4% υψηλότερα απ’ ό,τι εκτιμούσαν προ πανδημίας. Εξέλιξη που δείχνει ότι τα μέτρα δημοσιονομικής επέκτασης που η Ευρ. Επιτροπή επέτρεψε στις κυβερνήσεις να λάβουν, χαλαρώνοντας Σύμφωνο Σταθερότητας και όρους χορήγησης κρατικής βοήθειας, δεν θα βοηθήσουν όσο θα έπρεπε τον κόσμο της εργασίας.
Κρατική βοήθεια
Αντίθετα, εκείνη που φαίνεται ότι θα βγει ακόμη πιο ισχυρή είναι η πλουσιότερη χώρα της ευρωζώνης, η Γερμανία. Υπεύθυνη για πάνω από τη μισή έκτακτη -λόγω πανδημίας- κρατική βοήθεια στην Ε.Ε. που έχει εγκρίνει η Ευρ. Επιτροπή, η Γερμανία με τις βαθιές τσέπες και την εύκολη, φτηνή πρόσβαση στη ρευστότητα διατηρεί άνισο πλεονέκτημα έναντι των φτωχότερων συγγενών της στην ενιαία αγορά.
Στα μέσα του περασμένου Μαρτίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανέστειλε τους αυστηρούς περιορισμούς χορήγησης κρατικής βοήθειας, επιτρέποντας στις κυβερνήσεις να χρηματοδοτήσουν τις οικονομίες και τις επιχειρήσεις τους που χτυπήθηκαν από τον κορονοϊό με περισσότερα από 1,9 τρισ. ευρώ.
Η Γερμανία, παρότι παράγει μόνο το 25% του ΑΕΠ της ευρωζώνης, ήταν σύμφωνα με τα έως σήμερα στοιχεία της Ευρ. Επιτροπής, υπεύθυνη για το 52% του συνόλου της έκτακτης κρατικής βοήθειας που οι 27 χώρες παρείχαν για τη διάσωση των εθνικών τους επιχειρήσεων και των θέσεων εργασίας.
Γαλλία και Ιταλία ακολούθησαν στη δεύτερη θέση, η κάθε μία με μερίδιο 17% επί του συνόλου της έκτακτης κρατικής βοήθειας.
Καθώς η Ευρ. Επιτροπή σχεδιάζει να διατηρήσει αυτό το καθεστώς τουλάχιστον ώς το τέλος του έτους, ο κίνδυνος ελεύθερος ανταγωνισμός και ενιαία αγορά να πάνε περίπατο… στο Βερολίνο είναι προφανής.
Από την έναρξη της κρίσης η γερμανική κυβέρνηση έχει μεταξύ άλλων χρηματοδοτήσει με 3 δισ. ευρώ την Adidas, με 1,8 δισ. ευρώ τον ταξιδιωτικό κολοσσό TUΙ, με 0,5 δισ. ευρώ την αεροπορική εταιρεία χαμηλού κόστους Condor, ενώ βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις για τη χορήγηση πακέτου διάσωσης 9 δισ. ευρώ στη Lufthansa.
Τέτοια πακέτα στρεβλώνουν τον ανταγωνισμό καθώς προσφέρουν στις εταιρείες αυτές όπως και σε πολλές άλλες της Γερμανίας πλεονέκτημα έναντι των Ευρωπαίων ανταγωνιστών τους, όταν η δραστηριότητα στον κλάδο τους ξανατεθεί σε κίνηση.
Απέναντι σε αυτή τη νέα «μηχανή των Γερμανών» αντέδρασε ήδη η Ισπανία, η οποία με σημείωμά της στην προηγούμενη σύνοδο κορυφής τόνισε ότι είναι αναγκαίο τα μέτρα που παίρνουν οι κυβερνήσεις λόγω πανδημίας να μην οδηγήσουν σε μια πιο άνιση Ε.Ε.
Η Μαδρίτη υποστήριξε μάλιστα ότι για την αποκατάσταση του πεδίου ανταγωνισμού κρατών και των επιχειρήσεων χώρες όπως η Ισπανία πρέπει να αποζημιωθούν τώρα από τον προϋπολογισμό της Ε.Ε. που βρίσκεται στα σκαριά, έτσι ώστε να βοηθήσουν την επανέναρξη της οικονομικής τους ανάπτυξης.
Ιστορικό χαμηλό και για την ελληνική μεταποίηση
Λίγο καλύτερα από την επίδοση της ευρωζώνης, ο ελληνικός μεταποιητικός τομέας κατέγραψε τεράστια συρρίκνωση και ο αντίστοιχος εποχικά προσαρμοσμένος Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών της IHS Markit έπεσε τον Απρίλιο στις 29,5 μονάδες, από τις 42,5 μονάδες του Μαρτίου.
Η συρρίκνωση της παραγωγής ήταν η μεγαλύτερη που έχει καταγραφεί σε διάστημα 21 ετών.
Η μείωση του συνόλου των πωλήσεων ήταν η ταχύτερη που έχει καταγραφεί από την αρχή συλλογής στοιχείων τον Μάιο του 1999, οι νέες παραγγελίες εξαγωγών μειώθηκαν εξίσου, ενώ ο όγκος αδιεκπεραίωτων εργασιών μειώθηκε με τον ταχύτερο ρυθμό από τον Νοέμβριο του 2002.
Οι εταιρείες προσπάθησαν να προσελκύσουν πελάτες μειώνοντας τις τιμές χρέωσης με τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί από τον Μάρτιο του 2009.
Οι προμηθευτές μείωσαν επίσης τις τιμές τους. Οι κατασκευαστές κατέγραψαν την ταχύτερη μείωση των αγορών προμηθειών από τον Ιούλιο του 2015. Τέλος, κατά την έρευνα της IHS Markit, οι χρόνοι παράδοσης προμηθειών επιμηκύνθηκαν σημαντικά λόγω των αυστηρότερων ελέγχων στα σύνορα και των υλικοτεχνικών προβλημάτων από την έξαρση της πανδημίας.