Στη διάρκεια μιας πανδημίας, πάντα εμφανίζονται αυτόκλητοι σωτήρες με συχνά επικίνδυνα μαντζούνια. Η περίπτωση του νέου κοροναϊού δεν αποτελεί εξαίρεση. Όμως αυτή τη φορά, σε πολλές περιπτώσεις ήταν οι ίδιοι οι ηγέτες μερικών από τις πιο ισχυρές χώρες στον κόσμο που υποστήριζαν αυτό το απεχθές εμπόριο ελπίδας.
Σε αυτό το τοπίο, η Γερμανία συχνά παρουσιάζεται ως υπόδειγμα χώρας που χάραξε την στρατηγική της με βάση τα επιστημονικά δεδομένα.
Είναι η χώρα που ανέπτυξε τα πρώτα διαγνωστικά τεστ που εντοπίζουν τον κοροναϊό, αλλά και εκείνη που παρήγαγε το πρώτο εμβόλιο που εγκρίθηκε στη δύση για την προστασία των πολιτών από την ασθένεια.
Η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, που και η ίδια είναι φυσικός, δήλωσε στο κοινοβούλιο ότι πιστεύει με πάθος πως «υπάρχουν επιστημονικά ευρήματα που είναι πραγματικά και θα πρέπει να τα ακολουθούμε».
Όμως στην ίδια χώρα, ορισμένοι άνθρωποι που αρρωσταίνουν βαριά με κοροναϊό, μεταφέρονται σε νοσοκομείο όπου δέχονται θεραπεία με ηρεμιστικά και χωρίς επίσημες διαδικασίες.
Τα «φάρμακα» που τους προσφέρονται περιλαμβάνουν κομπρέσες για το στήθος εμποτισμένες με τζίντζερ και ομοιοπαθητικές κάψουλες που περιλαμβάνουν σωματίδια σιδήρου σε υψηλή διάλυση, που υποτίθεται ότι προέρχονται από πεφταστέρια που προσέκρουσαν με τον πλανήτη μας.
Οι πιστοί του «πνευματικού επιστήμονα» και αυτοαναγορευμένου προφήτη, Ρούντολφ Στάινερ, επιλέγουν αυτές τις θεραπείες κατά του κοροναϊού, επειδή υποτίθεται ότι τους προσφέρουν «σωματική και πνευματική ανακούφιση από το άγχος», αλλά και την ικανότητα να «ενισχύσουν την εσώτερη σχέση τους με το φως».
Φυσικά, δεν υπάρχουν μελέτες αξιολογημένες από ομότιμους ούτε κλινικές δοκιμές που να αποδεικνύουν την αποτελεσματικότητα αυτών των μαντζουνιών, ενώ δεν συμπεριλαμβάνονται στις επίσημες θεραπευτικές οδηγίες που έχουν εκδώσει οι κορυφαίες ενώσεις εντατικολόγων της Γερμανίας.
Κι όμως, εντός της χώρας, ορισμένες τέτοιες θεραπείες χορηγούνται σε ασθενείς σε κρίσιμη κατάσταση σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας, μέσω των νοσοκομείων Στάινερ, όπως είναι το Gemeinschaftskrankenhaus Havelhöhe, που ανήκει σε δίκτυο 16 κλινικών στο Βερολίνο που προσφέρει εντατική θεραπεία σε ασθενείς κοροναϊού, υπό την επίβλεψη του διακεκριμένου πανεπιστημιακού νοσοκομείου Charité.
Οι εταιρείες δημόσιας ασφάλισης της χώρας, που χρηματοδοτούνται εν μέρει από τους Γερμανούς φορολογούμενους, καλύπτουν μάλιστα μέρος αυτών των θεραπειών.
Όμως πλέον τόσο η δημόσια αποδοχή του κινήματος του Στάινερ, όσο και η φιλοσοφία του, βρίσκονται και πάλι υπό ενδελεχή εξέταση εξαιτίας της παρουσίας των οπαδών του στις διαδηλώσεις της τελευταίας χρονιάς, στο πλευρό αντιεμβολιαστών και ακροδεξιών, ενάντια στα μέτρα για τον περιορισμό της πανδημίας.
Ο σταϊνερισμός, που είναι γνωστός έξω από τη Γερμανία κυρίως για τα αριστερά σχολεία που δίνουν έμφαση στο ελεύθερο παιχνίδι με ξύλινα παιχνίδια, ξεκίνησε ως διεπιστημονική πνευματική φιλοσοφία στα τέλη του 19ου αιώνα.
Γεννημένος στην αυστριακή αυτοκρατορία το 1861, ο Στάινερ ισχυριζόταν ότι είχε αγγίξει ανώτερα πνευματικά πεδία, που του είχαν επιτρέψει να μάθει για την μετενσάρκωση, τις συνδέσεις μεταξύ των κοσμικών σωμάτων και της ανάπτυξης των φυτών και την εξελικτική ιστορία.
Επιπλέον, υποστήριζε ότι γνώριζε πληροφορίες για τα χρόνια της ζωή του Ιησού που δεν καταγράφονται στη Βίβλο, αλλά και την τοποθεσία της χαμένης Ατλαντίδας.
Μέχρι τον θάνατό του το 1925, ο Στάινερ είχε εφαρμόσει τη φιλοσοφία του σε μια σειρά από ζητήματα. Ανάμεσά τους και η εκπαίδευση, η αρχιτεκτονική, η γεωργία, ο χορός και η ιατρική.
Στη διάρκεια του 21ου αιώνα, η «ανθρωποσοφία», όπως την αποκαλούσε, παραμένει μειοψηφικό κίνημα, αν και χαίρει υψηλών επιπέδων κοινωνικής αποδοχής και θεσμικής υποστήριξης στις γερμανόφωνες χώρες.
Στη Γερμανία υπάρχουν περισσότερα από 200 σχολεία, περισσότεροι από 500 βρεφονηπιακοί σταθμοί και 263 ιδρύματα για άτομα με πνευματικές αναπηρίες που ακολουθούν τη φιλοσοφία του Στάινερ.
Η πιο επιτυχημένη οικονομικά αλυσίδα φαρμάκων στη χώρα, το dm-drogerie markt, αλλά και η δεύτερη μεγαλύτερη αλυσίδα βιολογικών σουπερμάρκετ, η Alnatura, διοικούνται από ανθρωποσοφιστές, ενώ τα καλλυντικά που παράγονται από μάρκες «πιστές» στον Στάινερ, όπως τα Weleda και τα Dr Hauschka πλέον πωλούνται –πολύ επιτυχώς- σε όλο τον κόσμο.
Αν και ο αριθμός των εργαζόμενων σε αυτά τα ιδρύματα και επιχειρήσεις που ακολουθούν ειλικρινά τη φιλοσοφία του Στάινερ είναι πιθανό να είναι μικρός και μειούμενος, το κίνημα έχει επιτύχει να έχει διαρκή παρουσία στη γερμανική δημόσια σφαίρα.
«Από κάποιες απόψεις, η ανθρωποσοφία είναι μια γερμανική ιστορία επιτυχίας», εξηγεί στον Guardian ο Χέλμουτ Τσάντλερ, ιστορικός της θρησκείας που έχει γράψει σημαντικά βιβλία για το κίνημα του Στάινερ.
«Χτυπά ένα νεύρο στην κοινωνία μας που έχει αγνοηθεί εδώ και καιρό. Η βιολογική καλλιέργεια έγινε της μόδας στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, όμως οι σταϊνεριστές την κάνουν πράξη ήδη από τη δεκαετία του ‘60».
Ο Στάινερ πίστευε ότι οι ασθένειες ήταν μυητικά γεγονότα, απαραίτητα για την αποκατάσταση των πνευματικών ανισορροπιών, μια πεποίθηση που έρχεται σε απόλυτη αντίθεση με τις βασικές αρχές της σύγχρονης επιστήμης.
Παρόλα αυτά, η ανθρωποσοφία κατάφερε να παρεισφρήσει στο γερμανικό σύστημα υγείας, εξαιτίας της συμμετοχής σε αυτό του ιδιωτικού τομέα, που δίνει προτεραιότητα στις προτιμήσεις των καταναλωτών και όχι στις επιστημονικές αλήθειες.
Υπάρχουν τουλάχιστον δέκα σταϊνερικά νοσοκομεία στη Γερμανία, ενώ η ανθρωποσοφική ιατρική γίνεται ανεκτή από τη γερμανική νομοθεσία ως «ειδική μορφή θεραπείας», πράγμα που σημαίνει ότι τα σκευάσματα μπορούν να εγκριθούν προς χρήση χωρίς εξωτερικές αποδείξεις για την αποτελεσματικότητά τους.
Μόλις το 2019, ο συντηρητικός υπουργός υγείας Γιενς Σπαν θα επέλεγε να μην αφαιρέσει τα ομοιοπαθητικά φάρμακα που συνταγογραφούν οι σταϊνερικές κλινικές από τη λίστα με τις θεραπείες που καλύπτονται από τα δημόσια ασφαλιστικά ταμεία.
Όμως η πανδημία αναγκάζει τη Γερμανία να επανεξετάσει την ανοχή της στον εσωτερισμό των σταϊνερικών σε ένα πλήθος από θέματα.
«Η ανθρωποσοφία ισχυρίζεται ότι έχει πρόσβαση σε μυστικές, θεϊκές γνώσεις», εξηγεί ο Τσάντλερ. «Υπάρχει μια εγγύτητα με τη λογική των συνωμοσιολόγων, ακόμη και αν ο αριθμός των σταϊνεριστών που έχουν τέτοιες τάσεις είναι πιθανότητα μικρός».
Ο Όλιβερ Ράουτενμπεργκκ, ο οποίος διαθέτει μπλογκ ειδικά αφιερωμένο στο ζήτημα, συμφωνεί μαζί του: «Εντός της σταϊνερικής κοινότητας, η νοοτροπία των θεωριών συνωμοσίας είναι διαδεδομένη. Η ανθρωποσοφία είναι εδώ και καιρό ένα από τα πλέον επιδραστικά εσωτεριστικά κινήματα στη Γερμανία. Όμως οι περισσότεροι άνθρωποι γνωρίζουν εντυπωσιακά λίγα πράγματα για αυτή».
Η εφαρμογή ανθρωποσοφικών θεραπειών σε ναρκωμένους ασθενείς κοροναϊού ανοίγει και σημαντικά ζητήματα για το κατά πόσον η λήψη εναλλακτικών θεραπειών είναι ζήτημα ατομικής επιλογής.
Το πανεπιστημιακό νοσοκομείο Charité στο Βερολίνο, που είναι υπεύθυνο για την κατανομή των βαριών περιπτώσεων κοροναϊού στα νοσοκομεία της πόλης, αναφέρει ότι στις περισσότερες περιπτώσεις «δεν ήταν σε θέση να δώσει στους ασθενείς ΜΕΘ το δικαίωμα να επιλέξουν ελεύθερα» σε ποιο νοσοκομείο θα μεταφέρονταν.
Όταν ερωτήθηκε για τον τρόπο με τον οποίο αποκτήθηκε η συναίνεση των ασθενών για εναλλακτικές θεραπείες, από τη στιγμή που εκείνοι ήταν ναρκωμένοι ή σε κρίσιμη κατάσταση, εκπρόσωπος του νοσοκομείου απάντησε: «Οι συγγενείς ενημερώνονται για τις θεραπευτικές μεθόδους».
Το νοσοκομείο δεν απάντησε όταν του ζητήθηκε να εξηγήσει γραπτά πώς λειτουργεί η διαδικασία επιλογής και αν οι ασθενείς ενημερώνονται για την έλλειψη αποδείξεων για την αποτελεσματικότητα των θεραπειών που τους χορηγούνται.
Η κλινική επέμεινε ότι οι εναλλακτικές θεραπείες που χρησιμοποιεί είναι «συμπληρωματικές» και ενισχύουν τη δράση των συμβατικών μεθόδων. Ανάμεσά τους συγκαταλέγονται οι υγρές κομπρέσες στήθους, εμποτισμένες με τζίντζερ σε σκόνη, άλευρα μουστάρδας ή τσάι από αγριψιθιά, όπως επίσης και «ενισχυμένος φώσφορος και αντίστοιχα ενισχυμένος σίδηρος μετεωρίτη», με τη μορφή ομοιοπαθητικών χαπιών.
Η Wala, μια παραγωγός εταιρεία με έδρα τη Γερμανία, δήλωσε στον Observer ότι τα συγκεκριμένα χάπια, που χορηγούνται ευρέως και ως μέτρο πρόληψης από τον κοροναϊό στα σταϊνερικά ιδρύματα για άτομα με αναπηρίες, περιέχουν υπολείμματα μετεωριτών που δεν εξαϋλώθηκαν μετά τη σύγκρουσή τους με την γήινη ατμόσφαιρα.
Εκπρόσωπος του νοσοκομείου δήλωσε ότι δεν υπάρχουν επιστημονικές μελέτες που να αποδεικνύουν ότι αυτά τα φάρμακα λειτουργούν και δεν υπάρχει χρονικό περιθώριο για να πραγματοποιηθούν σχετικές δοκιμές. «Όμως έχουμε παρατηρήσει ότι κάνουν καλό στους ασθενείς».
Ο συγγραφέας «επιστημονικού» άρθρου που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό των σταϊνεριστών, και το οποίο υποστηρίζει αυτές τις θεραπείες, Γκέοργκ Ζόλντνερ, παιδίατρος από το Μόναχο, παρέπεμψε σε «μελέτες» που έχουν δημοσιευθεί στο παρελθόν στο ίδιο περιοδικό, για τις επιπτώσεις του σιδήρου από μετεωρίτες.
Ο Έντζαρντ Ερνστ, πρώην καθηγητής συμπληρωματικής ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Έξετερ, δήλωσε στον Observer για μια λίστα σταϊνερικών θεραπειών: «Καμία από τις θεραπείες που αναφέρονται σε αυτή τη λίστα δεν έχει αποδειχθεί αποτελεσματική για κανένα πρόβλημα υγείας. Οι περισσότερες ουσίες έχουν διαλυθεί τόσο, ώστε να είναι αδύνατον να έχουν την οποιαδήποτε επίδραση. Ο ισχυρισμός ότι η οποιαδήποτε από αυτές είναι αποτελεσματική απέναντι στον κοροναϊό είναι κατά τη γνώμη μου εξαιρετικά ανεύθυνος».
Τα γερμανικά σταϊνερικά νοσοκομεία δεν έχουν κρύψει ότι κάνουν χρήση εναλλακτικών θεραπειών για να αντιμετωπίσουν την πανδημία. Σε συνέντευξή του τον Οκτώβριο του 2020 στο ανθρωποσοφικό περιοδικό Erziehungskunst, ο κλινικός διευθυντής του νοσοκομείου, Χάραλντ Μάτες, ισχυρίστηκε ότι η προσέγγισή τους ήταν τόσο επιτυχημένη που μέχρι στιγμής κανένας ασθενείς δεν έχει πεθάνει από κοροναϊό στους θαλάμους του.
Το νοσοκομείο επανέλαβε τον ισχυρισμό σε e-mail προς τον Observer, σημειώνοντας ότι η κλινική είχε θνησιμότητα 12,4% σε ασθενείς κοροναϊού, δηλαδή σχεδόν τη μισή σε σχέση με τον εθνικό μέσο όρο του 24%. Από τους 145 ασθενείς, υποστήριξε το νοσοκομείο στις 10 Δεκεμβρίου του 2020, οι 88 ανάρρωσαν και μόλις οι 18 έχασαν τη ζωή τους.
Τέτοιου είδους κομπασμοί προκαλούν εκνευρισμό στη γερμανική ιατρική κοινότητα. Το Charité του Βερολίνου τονίζει ότι «τα πιο σοβαρά κρούσματα» κοροναϊού στην πόλη νοσηλεύονται στις δικές του εγκαταστάσεις, γεγονός που είναι πιθανότερο να εξηγεί τα χαμηλά ποσοστά θνησιμότητας του Havelhöhe σε σχέση με τη χρήση εναλλακτικών σκευασμάτων.
«Τέτοιου είδους ισχυρισμοί εν μέσω μιας πανδημίας είναι απολύτως αντιεπαγγελματικοί και δημιουργούν τον κίνδυνο οι ασθενείς να νιώσουν αβεβαιότητα», προειδοποιεί ο Στέφαν Κλούγκε, διευθυντής του τμήματος εντατικής θεραπείας του Ιατρικού Κέντρου του Πανεπιστημίου του Αμβούργου.
«Η θνητότητα σε κάθε μεμονωμένο νοσοκομείο εξαρτάται πάντα από την κατάσταση της υγείας των ασθενών κατά την εισαγωγή τους».
Ο Κλούγκε παροτρύνει το Havelhöhe να πραγματοποιήσει κλινικές δοκιμές που να αποδεικνύουν την αποτελεσματικότητα των θεραπειών, όπως κατόρθωσε να κάνει το δικό του νοσοκομείο στο διάστημα από τον Μάρτιο έως τον Δεκέμβριο της περσινής χρονιάς.
Ορισμένοι ιστορικοί δεν ξαφνιάζονται από την στάση των σταϊνεριστών εν μέσω μιας πανδημίας. Ο Ρόμπερτ Γίτε, ιστορικός της υγείας, παρομοιάζει τη σημερινή κατάσταση με την επιδημία χολέρας στη δεκαετία του 1830. Η οποία γέννησε το κίνημα της ομοιοπαθητικής.
«Σε όλη την ανθρώπινη ιστορία διακρίνουμε ένα μοτίβο», τονίζει στον Guardian. «Κάθε φορά που η ακαδημαϊκή ιατρική ψάχνει στα τυφλά, οι εναλλακτικές θεραπείες εκτοξεύονται στην κορυφή».