Ευρωπαίοι ερευνητές πιστεύουν ότι βρήκαν έναν τρόπο να χρησιμοποιηθούν τα κινητά τηλέφωνα για να περιορίσουν την εξάπλωση του κορωνοϊού – και να βοηθήσουν τους πολίτες να αποφύγουν τη μόλυνση – χωρίς να θυσιάζουν τα υψηλά στάνταρ προστασίας της ιδιωτικότητας που ισχύουν στην Ευρώπη.
Σύμφωνα με την εφημερίδα «Τα Νέα», επιστήμονες, ακτιβιστές και ειδικοί στην τεχνολογία από οκτώ χώρες συμμετέχουν στο πρόγραμμα που, όπως γράφει το «Politico», θα δώσει στη δημοσιότητα τον κωδικό μιας εφαρμογής (application) η οποία αναλύει τα σήματα Bluetooth μεταξύ των κινητών τηλεφώνων προκειμένου να εντοπίσει χρήστες που στέκονται αρκετά κοντά ο ένας στον άλλον ώστε να μολυνθούν.
Τα στοιχεία προσωρινά θα αποθηκεύονται στα τηλέφωνα. Εάν κάποιος χρήστης αργότερα κάνει τεστ που βγει θετικό στον Covid-19, η εφαρμογή ειδοποιεί όλους όσοι βρέθηκαν κοντά του τις προηγούμενες ημέρες.
Αντίθετα με πιο αδιάκριτες τεχνολογίες παρακολούθησης που χρησιμοποιούνται για να καταγραφούν τα κρούσματα σε κάποιες χώρες με λιγότερους νόμους προστασίας των προσωπικών στοιχείων, το νέο ευρωπαϊκό λογισμικό εμπεριέχει δικλίδες ασφαλείας για κρυπτογράφηση προσωπικών πληροφοριών και καταγραφής τους ανωνύμως, σύμφωνα με κάποιους από τους συμμετέχοντες στο πρόγραμμα όπως το Ινστιτούτο Fraunhofer Heinrich Hertz στο Βερολίνο και το Ecole Polytechnique Federale της Λωζάννης.
Ετσι προστατεύονται προσωπικά στοιχεία από εκμετάλλευση τρίτων, συμπεριλαμβανομένων των κυβερνήσεων και εξασφαλίζεται ότι οι κανόνες προστασίας δεν θα δεχθούν σοβαρό πλήγμα καθώς η Ευρώπη προσπαθεί να αντιμετωπίσει την πανδημία.
«Νομίζω ότι η Ευρώπη είναι μια καλή αφετηρία γι’ αυτό επειδή εμείς έχουμε μακρά παράδοση προστασίας της ιδιωτικότητας», σχολιάζει ο Κρις Μπους, πρόεδρος της εταιρείας τεχνητής νοημοσύνης Arago με έδρα το Βερολίνο, που συμμετέχει στο πρόγραμμα και συμβουλεύει την καγκελάριο Μέρκελ σε θέματα ψηφιακής πολιτικής.
«Δόθηκαν πολλές μάχες για να φτάσουμε εδώ που είμαστε. Και δεν θα πρέπει μπροστά στην απειλή να πετάξουμε την κουλτούρα μας από το παράθυρο».
Η Γερμανία θα είναι από τις πρώτες χώρες που θα εφαρμόσει την εφαρμογή βασισμένη στον συγκεκριμένο κώδικα.
Δεν έχει ακόμα ανακοινωθεί επίσημα, αλλά ο Λόταρ Βίλερ, πρόεδρος του Ινστιτούτου Robert Koch που συντονίζει τα μέτρα του Βερολίνου για την πανδημία, έχει υπονοήσει ότι το ινστιτούτο του συνεργάζεται με άλλους θεσμούς για μια τέτοια εθελοντική εφαρμογή. Μιλώντας στους δημοσιογράφους ανέφερε πως, ιδανικά, θα ήταν καλό να το χρησιμοποιήσουν όλοι οι γερμανοί πολίτες.
Θα ακολουθήσουν σύντομα και άλλες χώρες της Ευρώπης. Στόχος της δημοσιοποίησης του κώδικα, εξηγεί ο Μπους, είναι να διευκολυνθεί η δημιουργία εθνικών εφαρμογών σε όλη την ήπειρο που μπορούν να αλληλεπιδρούν βάσει των σημάτων Bluetooth ώστε να περιορισθούν τα κρούσματα.
Αυτή τη στιγμή συμμετέχουν στην πρωτοβουλία, η οποία χρηματοδοτείται μέσω δωρεών, οργανισμοί από την Αυστρία, το Βέλγιο, τη Δανία, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Ελβετία και την Ισπανία, όμως το πρόγραμμα παραμένει ανοικτό και για άλλες χώρες – ακόμα και από άλλες ηπείρους.
Η Πανευρωπαϊκή Εφαρμογή Εντοπισμού Εγγύτητας με Προστασία Στοιχείων (ΡΕΡΡ-ΡΤ) ανταποκρίνεται στην πίεση που δέχονται οι πολιτικοί ηγέτες να βρεθούν τρόποι αναζωογόνησης της οικονομίας μιας Ευρώπης σε καραντίνα χωρίς να αυξηθούν τα κρούσματα του Covid-19.
Προκειμένου να επιτευχθεί αυτό, οι επιδημιολόγοι χρειάζονται περισσότερα και καλύτερα στοιχεία για τους χώρους μετάδοσης του ιού ώστε οι φορείς να απομονώνονται όσο το δυνατόν γρηγορότερα.
Μέχρι στιγμής, χώρες όπως η Γερμανία ιχνηλατούν τα κρούσματα κυρίως με συνεντεύξεις των φορέων. Ομως αυτή η διαδικασία είναι χρονοβόρα και όχι πάντα χωρίς λάθη, με τους ασθενείς συχνά να μην μπορούν να θυμηθούν όλους εκείνους με τους οποίους συναντήθηκαν τις προηγούμενες δύο εβδομάδες – όση δηλαδή είναι και η περίοδος επώασης του Covid-19.
Ταυτόχρονα, οι ασθενείς συνήθως έχουν πάνω τους ηλεκτρονικές συσκευές που μπορούν να εντοπίσουν τα μέρη όπου κινήθηκαν – κάτι που ωθεί πολλές κυβερνήσεις να ζητούν αυτά τα στοιχεία για να εντοπίσουν γρήγορα νέα κρούσματα.
Το αβαντάζ του ΡΕΡΡ-ΡΤ, σύμφωνα με τους δημιουργούς του, είναι πως η συμμετοχή στην εφαρμογή θα είναι εθελοντική και χάρη στον κώδικα θα είναι αδύνατον να αποκαλυφθεί η ταυτότητα εκείνων που χρησιμοποιούν τις συσκευές: δύο τηλέφωνα δεν θα μπορούν ποτέ να ανταλλάσσουν απευθείας στοιχεία και τα ψευδώνυμα των χρηστών θα αλλάζονται συχνά.