Μιλώντας σε συνέδριο της εφημερίδας Süddeutsche Zeitung στο Βερολίνο, η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ επεσήμανε την ανάγκη αυστηρότερων μέτρων για την καταπολέμηση της πανδημίας του κορωνοϊού.
Όταν λαμβάνονται οι αποφάσεις έγκαιρα, μπορούν πιο σύντομα να χαλαρώσουν ξανά οι περιορισμοί, δήλωσε, εκφράζοντας παράλληλα τη δυσαρέσκεια της για τη χθεσινή τηλεδιάσκεψη με τους πρωθυπουργούς των κρατιδίων που έληξε χωρίς αποτελέσματα.
Αιτιολογώντας τη στάση των περισσότερων κρατιδίων, η πρωθυπουργός του Μεκλεμβούργου – Δυτική Πομερανία, Μανουέλα Σβέσιγκ τόνισε πως εξ αρχής τα κρατίδια είχαν επισημάνει ότι ο στόχος της χθεσινής τηλεδιάσκεψης θα ήταν η αξιολόγηση της πορείας του μερικού lockdown που επιβλήθηκε αρχές Νοεμβρίου και όχι η λήψη νέων μέτρων.
Θα πρέπει να σταματήσει η «τακτική της σαλαμοποίησης» με εβδομαδιαίους ρυθμούς, δήλωσε η κ. Σβέσιγκ στον τηλεοπτικό σταθμό ZDF. Το ζητούμενο είναι να επιτευχθεί συμφωνία σε ένα σχέδιο που θα ισχύει για τους επόμενους μήνες. Η συζήτηση επ’ αυτού θα γίνει σε νέα τηλεδιάσκεψη με την καγκελάριο την Τετάρτη της ερχόμενης εβδομάδας.
Ένα από τα επίμαχα ζητήματα σε σχέση με την αντιμετώπιση της πανδημίας είναι τα μέτρα για τα σχολεία. Πολλοί πρωθυπουργοί κρατιδίων αρνούνται να λειτουργούν τα σχολεία σε δύο βάρδιες – πρωί και απόγευμα, όπως αναφέρει η Deutsche Welle.
Η στάση τους είναι «ακατανόητη και αντικειμενικά μη βάσιμη», δηλώνει στο δημοσιογραφικό δίκτυο RND, η Μάρλις Τέπε, πρόεδρος του συνδικάτου για τους εργαζόμενους στην εκπαίδευση και την επιστήμη GEW. Το συνδικάτο υποστηρίζει ότι με την εναλλαγή μαθημάτων το πρωί και το απόγευμα για τους μεγαλύτερους μαθητές, θα μειωθεί ο αριθμός των παιδιών στις τάξεις και συνεπώς ο κίνδυνος της μετάδοσης κορωνοϊού στα σχολεία.
Σύμφωνα με νεότερα στοιχεία, στη Γερμανία έχουν μολυνθεί τα τελευταία εικοσιτετράωρα 3.798 δάσκαλοι και 18.298 μαθητές με κορωνοϊό ενώ 198.156 μαθητές παραμένουν σε καραντίνα.