Μετά το 1919 και την έναρξη της δεύτερης και σκληρότερης φάσης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, οι Τούρκοι -με το «ΟΚ» του Μουσταφά Κεμάλ (μετέπειτα Ατατούρκ), ξεκινούν τις δίκες – παρωδία στην Αμάσεια με στόχο τον αφανισμό της ελληνικής ελίτ του Πόντου.
Η επιλογή της Αμάσειας στα βάθη της Ανατολίας για τη διεξαγωγή των δικών, είχε ως σκοπό αυτές να μείνουν μακριά από τα μάτια της κοινής γνώμης.
Με πρόσχημα τις υποτιθέμενες ενέργειες Ελλήνων του Πόντου για δημιουργία ανεξάρτητου κράτους στην περιοχή, τέθηκαν σε ισχύ τα λεγόμενα «Δικαστήρια Ανεξαρτησίας» για τη νομιμοφανή εξόντωση -με συνοπτικές διαδικασίες- των πλέον σημαντικών προσωπικοτήτων του ποντιακού Ελληνισμού.
Τα ειδικά δικαστήρια των Τούρκων εθνικιστών, ξεκίνησαν τον Αύγουστο του 1921, με βασικές κατηγορίες τη προσπάθεια δημιουργίας ανεξάρτητου ποντιακού κράτους ή τη βοήθεια στον Ρωσικό Στρατό στη διάρκεια του πρόσφατου ρωσοτουρκικού πολέμου.
Το χρονικό διάστημα 20/8-21/9/1921 υπολογίζεται πως 177 Έλληνες του Πόντου καταδικάστηκαν σε θάνατο, από τον δικαστή Εμίν Μπέη Τσεβεσίογλου στη συντριπτική πλειοψηφία, και απαγχονίστηκαν σε αγχόνες που στήθηκαν στην κεντρική πλατεία της Αμάσειας. Πάντως ο αριθμός των Ελλήνων εκτελεσθέντων θεωρείται πως αγγίζει τα 500 άτομα, με πρόχειρες εκτιμήσεις.
Οι Έλληνες κατηγορούμενοι, απαγορευόταν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους και, βέβαια, δεν είχαν δικηγόρους. Ενίοτε επιτρεπόταν μια τυπική απολογία, μετά την οποία ανακοίνωναν στους δικαζόμενους την απόφαση του στρατοδικείου, που ήταν ο «θάνατος δι’ απαγχονισμού».
Στη λίστα των καταδικασθέντων, και εκτελεσθέντων στη συνέχεια, περιλαμβάνονται πολιτικοί, ιερωμένοι, επιχειρηματίες, δημοσιογράφοι, ακόμη και τα μέλη της ποδοσφαιρικής ομάδας «Πόντος» Μερζιφούντας, επειδή οι στολές του ήταν στα γαλάζια και λευκά χρώματα που παρέπεμπαν στην ελληνική σημαία.
Έφτασαν μάλιστα στο σημείο, να κρεμάσουν το άψυχο σώμα του Επισκόπου Ζήλων Ευθυμίου, ο οποίος τις προηγούμενες μέρες είχε ήδη πεθάνει από τύφο μέσα στη φυλακή.
Μεταξύ άλλων καταδικάστηκαν και απαγχονίστηκαν:
- Ματθαίος Κωφίδης, επιχειρηματίας και πολιτικός, πρώην μέλος του οθωμανικού κοινοβουλίου
- Νικόλαος Καπετανίδης, δημοσιογράφος και εκδότης
- Παύλος Παπαδόπουλος, διευθυντής της Οθωμανικής Τράπεζας της Σαμψούντας
- Ιορδάνης Τοτομανίδης, διευθυντής του μονοπωλείου καπνού της Μπάφρας
- Δημοσθένης Δημήτογλου, τραπεζίτης
- Δάσκαλοι και μαθητές του Κολλεγίου Ανατολή Μερτζηφούντος, ορισμένοι από τους οποίους αθλητές της ποδοσφαιρικής ομάδας του σχολείου «Πόντος Μερζιφούντα»
- Ευθύμιος Ζήλων Αγριτέλης, επίσκοπος Ζήλων (ήταν ήδη νεκρός)
- Πλάτων Αϊβαζίδης, πρωτοσύγγελος της μητρόπολης Αμάσειας
- Αλέξανδρος Ακριτίδης, επιχειρηματίας στην Τραπεζούντα
Η επιστολή του μελλοθάνατου Αλεξάνδρου Ακριτίδη, εμπόρου Τραπεζούντας (7/91921) προς τη σύζυγό του Κλειώ, συγκλονίζει:
«Γλυκυτάτη μου Κλειώ
Σήμερον ετελέσθη εν τη φυλακή λειτουργία και εκοινωνήσαμε όλοι, περί τους 100 από διάφορα μέρη. Έχει αποφασισθεί ο δια της κρεμάλας θάνατος. Αύριον θα πηγαίνουν οι 60, μεταξύ αυτών οι 5 Τραπεζούντιοι και θα γίνει ο δι’ αγχόνης θάνατος.
Την Τρίτην δεν θα είμεθα εν ζωή, ο Θεός να μας αξιώσει τους ουρανούς και σε σας να δώσει ευλογίαν και υπομονήν και άλλο κακόν να μη δοκιμάσητε. Όταν θα μάθετε το λυπηρόν γεγονός να μη χαλάσετε τον κόσμον, να έχετε υπομονή. Τα παιδιά ας παίξουν και ας χορέψουν. Ας σε βλέπω να κανονίσης όλα όπως ξέρεις εσύ.
Ο αγαπητός μου Θεόδωρος ας αναλαμβάνει πατρικά καθήκοντα και να μην αδικήσει κανένα από τα παιδιά τον Γέργον να τελειώσει το σχολείον και να γίνει καλός πολίτης. Τον Γιάννην ας τον έχει μαζί του στη δουλειά. Από τα μικρά, τον Παναγιώτη να στείλεις στο σχολείο, την Βαλεντίνην να την μάθης ραπτικήν.
Την Φωφών να μη χωρίζεσαι ενόσω ζεις. Εις τον Στάθιον τας ευχάς μου και την υποχρέωσιν όπως χωρίς αμοιβήν διεκπεραιώσει όλας τας οικογενειακάς μου υποθέσεις που θα του αναθέσητε.
Ο παπα Συμεών ας με μνημονεύσει ενόσω ζη. Να δώσης 5 λίρες στην Φιλόπτωχον, 5 λίρες στην Μέριμναν, 5 λίρες στου Λυκαστή το σχολείον. Και ας με συγχωρέσουν όλοι οι αδελφοί μου, οι νυφάδες και όλοι οι συγγενείς και φίλοι.
Αντίο βαίνω προς τον πατέρα και συγχωρήσατέ μου
ο υμέτερος
Αλ. Γ. Ακριτίδης»
(«Ζωντανές Μνήμες του Πόντου» της Μέριμνας Ποντίων Κυριών, Θεσσαλονίκη 1988).
Οι θηριωδίες αυτές προκάλεσαν αντιδράσεις εντός και εκτός Τουρκίας. Ο απαγχονισμός του Ματθαίου Κωφίδη, πρώην μέλος του οθωμανικού κοινοβουλίου, και ένα από τα θύματα της Αμάσειας, ο οποίος μάλιστα ήταν ενάντιος σε κάθε μορφή ένοπλης αντίστασης κατά των Τούρκων, εξόργισε ακόμη και τους Μουσουλμάνους της Τραπεζούντας, που σιωπηρά αρνήθηκαν να συνεργαστούν με τους Τούρκους εθνικιστές, και έτσι κατάφερε να διασωθεί ένας αριθμός ντόπιων Ελλήνων.
Διαμαρτυρίες καταγράφτηκαν στην Ελλάδα και στην Αγγλία. Αλλά και σε χώρες που βρίσκονταν σε συμμαχία με το κεμαλικό κίνημα, όπως στη Γαλλία και στην Ιταλία, οι οποίες και καταδίκασαν τις αποτρόπαιες πράξεις.
Το θέμα της εξολόθρευσης του Ποντιακού Ελληνισμού απασχόλησε και το Κογκρέσο των Η.Π.Α., στις 22 Δεκεμβρίου 1921, από τον γερουσιαστή Γουίλλιαμ Κινγκ.
Οι τουρκικές ωμότητες εις βάρος του Ποντιακού Ελληνισμού και ειδικά των εκτελέσεων από τις δίκες-παρωδίες της Αμάσειας, προκάλεσαν διεθνή κατακραυγή.
Ο σκοπός ωστόσο είχε επιτευχθεί. Το μεγαλύτερο μέρος του Ποντιακού Ελληνισμού είχε αφανιστεί και όσοι επέζησαν της Γενοκτονίας, ξεριζώθηκαν για πάντα από τις πατρογονικές τους εστίες, με την ανταλλαγή πληθυσμών που ακολούθησε μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και την υπογραφή της «Συνθήκης της Λωζάνης» το 1923.