Την πλάτη των Γερμανών εξαγωγέων ελαιολάδου στο Ηνωμένο Βασίλειο, βλέπουν οι Έλληνες εξαγωγείς. Από τα στοιχεία του ΟΕΥ της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο προκύπτει πως οι ελληνικές εξαγωγές ελαιολάδου έχουν υποχωρήσει στην τέταρτη θέση, με τις τρεις πρώτες να τις καταλαμβάνουν η Ισπανία και η Ιταλία, -βασικοί παραγωγοί ελαιολάδου-, και η Γερμανία που δεν έχει παράδοση στο συγκεκριμένο προϊόν.
Πέρυσι η Ελλάδα εξήγαγε 1,28 εκατ. κιλά ελαιολάδου αξίας 4,52 εκατ. λιρών, επίδοση σε ποσότητα και αξία χαμηλότερη κατά 4,6% και 16,1% από τις επιδόσεις του 2018. Την ίδια περίοδο η Γερμανία κατάφερε να αυξήσει τις εξαγόμενες ποσότητες ελαιολάδου προς το Ηνωμένο Βασίλειο κατά 47,4%.
Ειδικότερα οι εξαγωγές ελληνικού έξτρα παρθένου ελαιολάδου στη Γηραιά Αλβιώνα, διατήρησαν την τρίτη θέση παρά το γεγονός ότι υποχώρησαν κατά 11,8% και οι γερμανικές αυξήθηκαν κατά 70,5%, ενώ στην κατηγορία παρθένου ελαιολάδου οι ελληνικές εξαγωγές προς το Ηνωμένο Βασίλειο καταλαμβάνουν πολύ μικρό μερίδιο.
Με βάση τα στοιχεία της ελληνικής πρεσβείας στο Λονδίνο, παρά το γεγονός ότι οι ελληνικές εξαγωγές παρθένου ελαιολάδου αυξήθηκαν σε όγκο κατά 226,8%, η Ελλάδα αποτελεί τον έκτο σημαντικότερο παίκτη με μερίδιο αγοράς μόλις 1,6% όταν οι Ισπανοί ελέγχουν το 66,5% της αγοράς, οι Γάλλοι το 9,5%, οι Ιταλοί το 8,9%, οι Βέλγοι το 7,2% και οι Γερμανοί το 5,4%.
Χαμηλές επιδόσεις οι οποίες δεν συνδέονται με την τελική τιμή, αφού η μέση τιμή του ελληνικού παρθένου ελαιολάδου κυμαίνεται στις 2,75 λίρες, όταν το γερμανικό πωλείται προς 3,74 λίρες και το ιταλικό στις 4,95 λίρες, αλλά με την αδυναμία πρόσβασης στα δίκτυα διανομής και στα τελικά σημεία πώλησης.
Το ελαιόλαδο, ελέγχει το 40,3% της βρετανικής αγοράς και έχει ισχυρό ανταγωνισμό από τα φυτικά έλαια και κυρίως το ηλιέλαιο (18,6%) και το κραμβέλαιο (8,1%), το βούτυρο και τη μαργαρίνη.
Tο 54% των ελαιολάδων που πωλούνται στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι ιδιωτικής ετικέτας. Πάντως κατά τη διάρκεια της πανδημίας οι πωλήσεις ελαιολάδου αυξήθηκαν κατά 40%, ενώ πέρυσι οι πωλήσεις τους αυξήθηκαν κατά 11% και η τάση αυτή αναμένεται να συνεχίσει να αυξάνεται.
Εν τω μεταξύ η δυνατότητα που δίνει η νομοθεσία να χρησιμοποιείται ως προέλευση η αναγραφή Blend of Community ή non Community Olive Oils στην περίπτωση ελαίων από περισσότερες χώρες ή προέλευσης Ε.Ε. επιτρέπει στην ουσία να μην αναγράφεται η ακριβής προέλευση χώρας-μέλους, εκτός των περιπτώσεων ΠΟΠ και ΠΓΕ.