Τα χειροκροτήματα για τη διαχείριση του πρώτου κύματος της πανδημίας σταμάτησαν νωρίς στη Γερμανία. Την αρχική ικανοποίηση για τα ευρείας κλίμακας τεστ κορωνοϊού και την άμεση αντίδραση στο αρχικό ξέσπασμα διαδέχτηκε η έντονη κριτική.
Παρά τα πολλά ημερήσια κρούσματα, το ποσοστό θνησιμότητας παραμένει χαμηλό.
Ωστόσο, από τα τέλη Δεκεμβρίου, όταν εμβολιάστηκε ο πρώτος Γερμανός, η χώρα έχει εμβολιάσει μόλις το 6% περίπου του πληθυσμού της: πέντε εκατομμύρια άνθρωποι έχουν λάβει την πρώτη δόση και τρία εκατομμύρια και τη δεύτερη.
Μέρος του προβλήματος είναι το γεγονός ότι η Γερμανία πραγματοποιεί εμβολιασμούς σε ειδικά κέντρα εμβολιασμού και όχι σε ιατρεία, όπως π.χ. συμβαίνει στη Μεγάλη Βρετανία, όπου ήδη το 30% των πολιτών έχουν λάβει την πρώτη δόση.
Παραδεχόμενη τις καθυστερήσεις, η καγκελάριος Μέρκελ είπε την περασμένη Τετάρτη ότι από τα τέλη Μαρτίου οι εμβολιασμοί θα μπορούν πραγματοποιούνται και στα περίπου 50.000 ιατρεία της χώρας.
Το σύστημα κλεισίματος ραντεβού για τον εμβολιασμό σε ένα κέντρο είναι περίπλοκο, ενώ η διαδικασία μπορεί να είναι εντελώς διαφορετική από το ένα κρατίδιο στο άλλο.
Για μία χώρα που βρίσκεται σε lockdown κάποιου τύπου από τον Νοέμβριο, αυτό κάθε άλλο από θετικό γεγονός αποτελεί.
Ωστόσο η γραφειοκρατία είναι μόνο ένα μέρος του προβλήματος.
Φημισμένη σε παγκόσμιο επίπεδη για την αποτελεσματικότητά της ως έθνος, η προεδρεύουσα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Γερμανία επέμεινε από την αρχή ότι η εξασφάλιση των εμβολίων πρέπει να γίνει ως μπλοκ «27» χωρών και όχι από κάθε χώρα ξεχωριστά.
Ωστόσο η διάθεση των εμβολίων στην ΕΕ σημαδεύτηκε από καθυστερήσεις.
«Η Γερμανία είναι ο αρχιτέκτονας της ευρωπαϊκής αποτυχίας, κι αυτό γιατί η Γερμανία και η Μέρκελ βρέθηκαν πίσω από την ευρωπαϊκή διαδικασία, η οποία από την αρχή αποδείχτηκε αποτυχία», λέει η Τζούλιαν Ράιχελτ, η manager editor της γερμανικής εφημερίδας Bild στο CNNi.
Ασκώντας έμμεση κριτική στη Γερμανία, τον περασμένο μήνα η εφημερίδα είχε ως τίτλο: «Αγαπητή Βρετανία, σε ζηλεύουμε!».
Οι συγκρίσεις με τη Βρετανία έγιναν ακόμη πιο επώδυνες την περασμένη εβδομάδα όταν η Μέρκελ ανακοίνωση μια αναστροφή στην απόφασή της να μην αδειοδοτήσει το εμβόλιο της Οξφόρδης και της AstraZeneca για τους άνω των 65.
Η αρχική απόφαση στις 28 Ιανουαρίου της γερμανικής επιτροπής εμβολιασμού ήταν αυτό να μην χορηγείται στους άνω των 65, με το επιχείρημα της έλλειψης επαρκών δεδομένων.
Οι επικριτές λένε ότι αυτή η αλλαγή στάσης έπληξε τη δημόσια εμπιστοσύνη προς το εμβόλιο της εταιρείας, σε μια χώρα η οποία υποφέρει από ένα σχετικά υψηλό επίπεδο σκεπτικισμού, πυροδοτώντας επίσης ένα ντόμινο ανά την Ευρώπη.
Μετά τη Γερμανία, η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία και οι Βόρειες χώρες κράτησαν παρόμοια στάση. Πλέον και αυτές αναθεωρούν τις απόψεις τους.
Η ζημιά έγινε
Η απόφαση της ρυθμιστικής αρχής (STIKO) να απαγορεύσει αρχικά τα εμβόλια της AstraZeneca σε ηλικιωμένους «ήταν πραγματικά λάθος» επειδή είχε ως αποτέλεσμα «όλοι στη Γερμανία» να χάσουν την εμπιστοσύνη τους στο εμβόλιο, δήλωσε ο Δρ Ούβε Γιάνσενς, επικεφαλής της Γερμανικής Διεπιστημονικής Ένωσης Εντατικής Φροντίδα και Επείγουσας Ιατρική; (DIVI).
Ο Γιάνσενς καταλαβαίνει γιατί η STIKO κατέληξε στο αρχικό της συμπέρασμα, και λέει ότι η αντίθεση απόφαση επίσης θα είχε δεχτεί κριτική. Σε κάθε περίπτωση, λέει, «δεν είχαμε αρκετά εμβόλια από την αρχή, επειδή η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν αγόρασε αρκετά».
Ο Τομπίας Κουρθ, καθηγητής δημόσιας υγείας και επιδημιολογίας και διευθυντής του Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο Charité στο Βερολίνο, χαρακτηρίζει την αρχική απόφαση της γερμανικής ρυθμιστικής αρχής ως «επικοινωνιακή καταστροφή».
Μια ημέρα αφότου η STIKO επέβαλε ανώτατο όριο ηλικίας στο εμβόλιο AstraZeneca, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκων το ενέκρινε για όλους άνω των 18 ετών. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας ακολούθησε το ίδιο στις 8 Φεβρουαρίου.
«Τώρα έχουν διορθώσει τη σύστασή τους επιτέλους, αλλά η καταστροφή έχει ήδη συμβεί», δήλωσε ο Κουρθ στο CNNi. «Οι πολίτες λένε ότι δεν θέλουν να κάνουν το εμβόλιο της AstraZeneca επειδή είναι πραγματικά κακό», και δεν υπάρχει τρόπος να το διορθώσουν επειδή «δεν μπορεί να βγει από το μυαλό τους».
Τον περασμένο μήνα ένας εκπρόσωπος της Μέρκελ έκανε το εκπληκτικό βήμα να διευκρινίσει μέσω tweet ότι το «εμβόλιο της AstraZeneca είναι ασφαλές και πολύ αποτελεσματικό», μετά από αναφορές ότι οι Γερμανοί το απορρίπτουν.
Αυτή τη στιγμή υπάρχουν περίπου 1,3 εκατ. αχρησιμοποίητες δόσεις του AstraZeneca στη Γερμανία, εν μέρει λόγω του γεγονότος ότι οι ηλικιωμένοι πληθυσμοί μέχρι τώρα δεν έχουν επιτραπεί να το πάρουν.
Μερικοί Γερμανοί βλέπουν επίσης το εμβόλιο AstraZeneca ως εμβόλιο χαμηλότερης ποιότητας, λόγω των ελαφρώς χαμηλότερων ποσοστών αποτελεσματικότητας σε σύγκριση με άλλα εγκεκριμένα εμβόλια.
Απογοήτευση
Πολλοί θεωρούν ότι οι Γερμανοί είναι απλώς «υπερβολικά κακομαθημένοι». «Μου θυμίζει παιδιά που παίζουν στην παιδική χαρά, που παραπονιούνται για ένα γλυκό, νομίζοντας ότι αξίζουν ένα άλλο επειδή κάποιος τους λέει ότι είναι καλύτερο», λέει στο CNNi ο γιατρός Τόμας Μπουχάμερ, αφού έλαβε την πρώτη δόση του εμβολίου της AstraZeneca.
Μετά την αρχική της σύσταση στις 28 Ιανουαρίου, η STIKO άλλαξε γνώμη επιτρέποντας τη χορήγηση του εμβολίου της AstraZeneca και στους άνω των 65, επικαλούμενη νέα στοιχεία κι υπεραμυνόμενη της πρώτης απόφασης, λέγοντας ότι εκείνη τη δεδομένη στιγμή που την πήρε ήταν σωστή.
Εντωμεταξύ η Μέρκελ, λίγο πριν την ανακοίνωση της STIKO, ανακοίνωσε την Τετάρτη ότι το χρονικό διάστημα μεταξύ πρώτης και δεύτερη δόσης πρέπει να τεντωθεί «στο maximum» προκειμένου να «εμβολιαστούν με την πρώτη δόση περισσότεροι άνθρωποι πιο γρήγορα».
Σύμφωνα με την Καγκελάριο θα πρέπει να μεσολαβούν 42 ημέρες μεταξύ των δόσεων της Pfizer και 12 εβδομάδες μεταξύ των δόσεων της AstraZeneca, μία κίνηση πιο κοντά στην πολιτική των δεύτερων δόσεων της Μεγάλης Βρετανίας.
Οι αλλαγές στη στρατηγική δοσολογίας της Γερμανίας ήρθε μετά από δεδομένα από μελέτες που να δικαιολογούν τη βρετανική στρατηγική εμβολιασμού όσο το δυνατόν περισσότερων ατόμων υψηλού κινδύνου με την πρώτη δόση.
Το ΗΒ έχει εμβολιάσει περισσότερα από 21 εκατομμύρια άτομα με μια πρώτη δόση και περίπου 1 εκατομμύριο έχουν λάβει μια δεύτερη δόση.
Ο Γερμανός σοσιαλδημοκράτης πολιτικός και εμπειρογνώμονας υγείας Καρλ Λάουτερμπαχ λέει ότι η Γερμανία έκανε ένα λάθος με την αρχική της απόφαση AstraZeneca, αλλά ακόμη και αν το πλαφόν ηλικίας δεν είχε εφαρμοστεί, το Ηνωμένο Βασίλειο εξακολουθεί να έχει καλύτερες δυνατότητες εμβολιασμού.
«Ακόμα κι αν δεν είχε πραγματοποιηθεί ο εμβολιασμός AstraZeneca, δεν θα μπορούσαμε ακόμα να εμβολιάσουμε πολύ περισσότερους ανθρώπους επειδή μας λείπουν εμβόλια», λέει ο Λάουτερμπαχ. «Βασικά, η Επιτροπή της ΕΕ δεν ήταν αρκετά αυστηρή, όχι αρκετά γρήγορη και δεν παρείχε αρκετά χρήματα για τη διάθεση περισσότερων εμβολιασμών σε μικρότερο χρονικό διάστημα».
Το πλαίσιο του «πολέμου» μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και AstraZeneca λόγω καθυστερήσεων στον εφοδιασμό στα τέλη Ιανουαρίου, την Πέμπτη, η Ιταλία ανακοίνωσε ότι επέβαλε απαγόρευση εξαγωγών σε 250.000 δόσεις εμβολίου AstraZeneca που προορίζονται για την Αυστραλία.
Πολλά έχουν ειπωθεί για την αποτυχία της ΕΕ να εξασφαλίσει εμβόλια, με τον Πρόεδρο της Επιτροπής Φον Ντερ Λάιεν να παραδέχεται ότι επέδειξε υπεραισιοδοξία για τη μαζική παραγωγή.
Ωστόσο, και οι εσωτερικές αποφάσεις της Γερμανίας την εμπόδισαν να επιταχύνει.
«Αυτό που ήταν πιο σημαντικό για τη Μέρκελ, ήταν η ΕΕ πρέπει να συνεργαστεί για να δείξει ότι λειτουργεί. Όχι λόγω του Brexit, αλλά επειδή αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο η Γερμανία θέλει να κάνει τα πράγματα», δήλωσε ο Κουέντιν Πιλ, συνεργάτης του Πρόγραμμα Europe του think tank Chatham House στο Λονδίνο.
Μια πρόσφατη έρευνα που ανέθεσε ο κρατικός ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός ARD αποκάλυψε την Πέμπτη ότι το 73% των Γερμανών δεν είναι ικανοποιημένοι με τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση αντιμετώπισε τη διάθεση των εμβολίων.
Κορωνοϊός – Γερμανία: Στο στόχαστρο ο υπουργός Υγείας για τη διαχείριση της πανδημίας
Ο υπουργός Υγείας της Γερμανίας Γενς Σπαν, μιλώντας σε συνέντευξη Τύπου την Παρασκευή, δήλωσε ότι η χώρα θα επιταχύνει «τις επόμενες εβδομάδες», ενώ πρόβλεψε ότι τον Απρίλιο θα υπάρχουν περισσότερα εμβόλια διαθέσιμα. Πρόσθεσε ότι κινητές ομάδες εμβολιασμού θα εισαχθούν για να βοηθήσουν στην προσπάθεια και οι γενικοί ιατροί θα πρέπει να συμπεριληφθούν στον αγώνα.
Την ίδια ώρα η χώρα εξακολουθεί να βιώνει αρκετούς θανάτους ενώ ο αριθμός των κρουσμάτων αυξάνεται και πάλι, κυρίως λόγω των μεταλλάξεων.
Το πραγματικό αποτέλεσμα της αργής διάθεσης των εμβολίων είναι προφανές στην περίπτωση της 59χρονης Μπετίνα Κόλστερ, η οποία πάσχει από τη νευρολογική νόσο της αμυοτροφικής πλευρικής σκλήρυνσης (ALS) και θέλει απελπισμένα να κάνει το εμβόλιο.
Ως χρήστης αναπηρικής καρέκλας έχει έως και 15 άτομα που τη φροντίζουν, αυξάνοντας τον κίνδυνο να προσβληθεί από την ασθένεια.
«Επειδή χρειάζομαι ιατρική περίθαλψη, δεν μπορώ να προστατέψω τον εαυτό μου», λέει. «Βρίσκομαι σε απομόνωση στο σπίτι όλη την ώρα. Δεν έχω καμία επαφή έξω για να ελαχιστοποιήσω τον κίνδυνο».
«Όλοι πιστεύουν ότι πρέπει να είμαι στην πρώτη ομάδα. Αλλά επειδή η ασθένειά μου δεν αναφέρεται στο πρωτόκολλο εμβολιασμού και είμαι κάτω των 60 ετών, στην πραγματικότητα θεωρούμαι υγιές άτομο κάτω των 60».
Η Κόλστερ περιγράφει τη στρατηγική της Γερμανίας ως «εξαιρετικά απογοητευτική» και λέει ότι ζει με φόβο για την ασθένεια.
«Δεν με νοιάζει ποιο εμβόλιο θα πάρω», είπε. «Αρκεί να εμβολιαστώ».