Παρά την αντίθετη εισαγγελική πρόταση, οι δικαστές αποφάσισαν πως δεν πρέπει να εκδοθεί στη Γερμανία, δεχόμενοι τους ισχυρισμούς των υπερασπιστών του ότι τα γερμανικά διωκτικά έγγραφα είναι ασαφή ως προς τον ακριβή προσδιορισμό του τόπου και χρόνου τέλεσης της φερόμενης απάτης. Κατά τους ίδιους ισχυρισμούς, οι όποιες έκνομες ενέργειες -εάν τελέστηκαν- έγιναν επί ελληνικού εδάφους.
Είχε προηγηθεί η σύλληψη του γεννημένου και μεγαλωμένου στην πόλη Ντίσελντορφ, Έλληνα, σε εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος, σύμφωνα με το οποίο η εις βάρος του καταλογιζόμενη πράξη προσδιορίζεται σε 15,3 εκατ. ευρώ και φέρεται να συνδέεται με μετοχές «ανύπαρκτων» εταιρειών που πούλησε σε Γερμανούς επενδυτές.
Κατά το ίδιο ένταλμα, οι φερόμενες πωλήσεις έγιναν μέσω τηλεφωνικών κέντρων και με τη συνδρομή δύο ακόμη κατηγορούμενων προσώπων.
Ο ίδιος δήλωσε σε προγενέστερο διάστημα «σύμβουλος επιχειρήσεων» και αρνήθηκε την κατηγορία ενώ υποστήριξε ότι το διάστημα που περιγράφουν οι Γερμανοί ότι διέπραξε το αδίκημα, είχε ήδη μετακομίσει στην Ελλάδα για να φροντίσει τους γονείς του.