Τώρα που εν μέσω της εξελισσόμενης κρίσης αναζητούνται εναλλακτικά μέτρα για την αντιμετώπιση της εκ νέου ανερχόμενης ανεργίας, την οποία ήδη γεννά, αναπόφευκτα, η τρέχουσα κρίση, χρήσιμο είναι να γνωρίζουμε, με λεπτομέρειες, περί τίνος πρόκειται η πολιτική του kurzarbeit, όπως αυτή αυτοπαρουσιάζεται και εφαρμόζεται αυτές τις ημέρες στην Γερμανια.
Kurzarbeit σημαίνει απασχόληση μειωμένου χρόνου, κατ’ ουσίαν μερική απασχόληση, που μπορεί να είναι έως και μηδενική. Συνοδεύεται από το Kurzarbeitgeld, το επίδομα μερικής απασχόλησης. Αυτό καλύπτει το 60% του απολεσθέντος καθαρού μισθού/εισοδήματος λόγω του μειωμένου χρόνου.
Μπορεί να είναι και 67% όταν ο/η δικαιούχος έχει παιδί, προστατευόμενο μέλος στην οικογένεια.
Η κεντρική ιδέα του Kurzarbeit ως μέσου πολιτικής για την αγορά εργασίας, και της αποζημίωσης για την απασχόληση μειωμένου χρόνου, είναι η αποτροπή της απόλυσης ειδικευμένων εργαζομένων σε περιπτώσεις που η μείωση του χρόνου εργασίας ή η απώλεια της θέσης εργασίας είναι -θεωρείται μόνον προσωρινή, λόγω προσωρινής απώλειας πωλήσεων και παραγγελιών.
«Όταν η απουσία από την εργασία οφείλεται σε οικονομικούς λόγους ή σε ένα αναπόφευκτο γεγονός (π.χ. πλημμύρες –σημ. δική μας το 2002 η Γερμανία είχε πληγεί από πλημμύρες και είχε αξιοποιήσει το μέτρο- , εντολή κρατικής αρχής, κ.λπ.) και η απουσία είναι προσωρινή».
Έτσι την παρουσιάζει η Γερμανική Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Απασχόλησης, που την διαχειρίζεται. Είναι δηλαδή εναλλακτική των απολύσεων, όταν θεωρείται ότι αυτές μπορούν να αποφευχθούν.
Άλλες κρίσιμες όψεις του Kurzarbeit και του Kurzarbeitgeld είναι ότι δεν είναι ένα μέσο παθητικής πολιτικής στην αγορά εργασίας.
Είναι ένα μέσο ενεργητικής πολιτικής απέναντι στην ανεργία. Επιδοτεί μέρος της απώλειας εισοδήματος και επιτρέπει, αν όχι επιβάλλει, την ευελιξία. Σε επιχειρήσεις και εργαζόμενους.
Οι ώρες εργασίας δεν χρειάζεται να μειωθούν εξίσου και η ένταξη στο Kurzarbeit να είναι ίδια για όλους τους εργαζόμενους. Επίσης η απασχόληση μειωμένου χρόνου δεν χρειάζεται να εισαχθεί για ολόκληρη την επιχείρηση. Μπορεί να περιοριστεί σε μεμονωμένα τμήματά της.
Αξιοσημείωτος είναι ο τίτλος του αναλυτικού οδηγού που κυκλοφόρησε στις 2 Απρίλιου 2020 το Ομοσπονδιακό Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων με 46 «Ερωτήσεις και απαντήσεις σχετικά με τον μειωμένο χρόνο εργασίας (Kurzarbeit) και την ανάπτυξη των δεξιοτήτων / εργασιακών ικανοτήτων». Η ανάπτυξη των δεξιοτήτων έχει την θέση της στον τίτλο.
Στην διάρκεια των περιόδων μειωμένου χρόνου εργασίας – που ήταν έως 6 μήνες και τώρα με μικρή τροποποίηση του προγράμματος της 13ης Μαρτίου 2020, μπορεί να φθάσει και έως 12 μήνες – προβλέπονται οι δυνατότητες αξιοποίησης του μειωμένου χρόνου εργασίας για επιχειρήσεις και εργαζόμενους για την ανάπτυξη των δεξιοτήτων / εργασιακών ικανοτήτων, χωρίς απώλεια του επιδόματος εισοδηματικής ενίσχυσης.
Γι΄ αυτό και οι μαθητευόμενοι, στους οποίους επενδύουν οι επιχειρήσεις, έχουν δικαίωμα ένταξης στο Kurzarbeit.
Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, ότι ένας εργαζόμενος που έχει τεθεί σε μειωμένο χρόνο εργασίας έχει το δικαίωμα να ξεκινήσει μία δεύτερη εργασία ενώ ήδη λαμβάνει το επίδομα μειωμένου χρόνου εργασίας.
Επιπλέον, η αμοιβή που λαμβάνει από τη δεύτερη εργασία δεν αφαιρείται από το επίδομα μειωμένου χρόνου εργασίας, παρά το γεγονός ότι το συνολικό πραγματικό ποσό της αμοιβής που λαμβάνει από την εργασία του έχει αυξηθεί. Το Kurzarbeitgeld επιτρέπει την πρόσθετη εργασία, δεν την αποτρέπει, δεν την τιμωρεί.
Το «Πακέτο Κοινωνικής Προστασίας» που εγκρίθηκε στις 27 Μαρτίου 2020 «χαλαρώνει» τα ανώτατα όρια των πρόσθετων αποδοχών κατά τη διάρκεια του kurzarbeit για περιορισμένο χρονικό διάστημα, από την 1η Απριλίου έως τις 31 Οκτωβρίου 2020.
Το εισόδημα από μια δεύτερη εργασία που ξεκινά σε έναν κρίσιμο τομέα ή επάγγελμα ενώ ο/η εργαζόμενος, ήδη, λαμβάνει το επίδομα Kurzarbeitgeld, συμψηφίζεται με το επίδομα που ήδη λαμβάνει, μόνον όταν το συνολικό εισόδημά του – που αποτελείται από τον μισθό του από την κύρια εργασία του, τον προσθετό μισθό του από τη νέα δεύτερη εργασία του και το επίδομα απασχόλησης μικρής διάρκειας – είναι μεγαλύτερο από τον μισθό του της κύριας εργασίας του αν δεν είχε υπάρξει η περικοπή των ωρών εργασίας.
Κρίσιμοι τομείς και επαγγέλματα είναι «οι απαραίτητοι για τη δημόσια ζωή, την ασφάλεια και τις βασικές ανάγκες των πολιτών».
Περιλαμβάνονται, ιδίως, ο τομέας της υγειονομικής περίθαλψης και της μακροχρόνιας περίθαλψης – συμπεριλαμβανομένων των νοσοκομείων, των ιατρών και των φαρμακείων – ο τομέας της γεωργίας και των τροφίμων και τα επαγγέλματα που εμπλέκονται στην προμήθεια τροφίμων.
Τα κριτήρια για την επιλογή περιλαμβάνονται σε διάταγμα που ορίζει αυτές τις κρίσιμες υποδομές και λειτουργίες. Αυτές είναι μερικές βασικές όψεις του kurzarbeit, όπως εφαρμόζεται σήμερα στην Γερμανία.
Του Χρήστου Α. Ιωάννου, Οικονομολόγου, Διευθυντή τομέα Απασχόλησης και Αγοράς Εργασίας ΣΕΒ.