Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο της Γερμανίας απέρριψε προσφυγή ιδιοκτήτριας εστιατορίου, που ζητούσε να ανοίξει και πάλι την επιχείρησή της. Η δημόσια υγεία αποτελεί υπέρτερο αγαθό, έκριναν οι δικαστές.
Είναι η πρώτη φορά που το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο εκφράζει θέση για τη συνταγματικότητα ή μη του μερικού λόκνταουν που έχει επιβληθεί σε όλη τη Γερμανία εδώ και περίπου δέκα ημέρες.
Το ερώτημα είναι εάν με την ετυμηγορία της Καρλσρούης το νομικό τοπίο ξεκαθαρίζει ή μπερδεύεται ακόμη περισσότερο, δεδομένου ότι στο πρόσφατο παρελθόν, σε μία σειρά από εκ πρώτης όψεως παρεμφερείς υποθέσεις, διοικητικά δικαστήρια είχαν δικαιώσει τους προσφεύγοντες στη δικαιοσύνη, ακυρώνοντας περιοριστικά μέτρα της εκτελεστικής εξουσίας.
Μόλις προ ημερών δικαστήριο του Ντίσελντορφ είχε κρίνει παράνομη την υποχρεωτική και καθολική χρήση μάσκας στο κέντρο της πόλης (με αποτέλεσμα πάντως η δημοτική Αρχή να μην ανακαλέσει τη σχετική οδηγία, αλλά απλώς να περιορίσει την ισχύ της σε συγκεκριμένους δρόμους του εμπορικού κέντρου και γύρω από τον σιδηροδρομικό σταθμό της πόλης).
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή: Στο Συνταγματικό Δικαστήριο είχαν κατατεθεί δύο προσφυγές από την ενάγουσα, ιδιοκτήτρια κινηματογράφων και εστιατορίου. Όσον αφορά τους κινηματογράφους η προσφυγή κηρύχθηκε μη παραδεκτή με την αιτιολογία ότι δεν εξαντλήθηκαν τα προβλεπόμενα ένδικα μέσα.
Αυτό σημαίνει ότι η προσφυγή θα πρέπει να κατατεθεί, σε πρώτο στάδιο, στο αρμόδιο διοικητικό δικαστήριο κατώτερης βαθμίδας στη Βαυαρία. Όσον αφορά το εστιατόριο το Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε την προσφυγή παραδεκτή (δεδομένου ότι είχε προγηθεί απορριπτική απόφαση από το Διοικητικό Εφετείο του Μονάχου), αλλά την απέρριψε επί της ουσίας.
Η επαγγελματική ελευθερία και τα όριά της
Οι δικαστές δέχονται ότι η απόφαση για το λόκνταουν παραβιάζει το δικαίωμα της επαγγελματικής ελευθερίας, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 5 του γερμανικού Συντάγματος.
Ωστόσο, κρίνουν ότι η δημόσια υγεία αποτελεί υπέρτερο αγαθό, που πρέπει να προστατευθεί στη συγκεκριμένη περίπτωση. Μεταξύ άλλων οι δικαστές επισημαίνουν ότι το σύστημα υγείας έχει φτάσει στα όριά του στην προσπάθεια για την καταπολέμηση της πανδημίας.
Ένα άλλο επιχείρημα που λαμβάνουν υπόψη τους: μπορεί στα περισσότερα κρούσματα να μην υπάρχει βεβαιότητα για την προέλευσή τους, αλλά το ενδεχόμενο να αποτελούν τα εστιατόρια εστίες μετάδοσης του κορωνοϊού δεν μπορεί να αποκλειστεί (ούτε, βεβαίως, και να επιβεβαιωθεί).
Επιπλέον, το Συνταγματικό Δικαστήριο θεωρεί ότι το δικαίωμα της επαγγελματικής ελευθερίας για την ενάγουσα δεν περιορίζεται σε υπέρμετρο βαθμό, για συγκεκριμένους λόγους:
Πρώτον, τα περιοριστικά μέτρα είναι περιορισμένης διάρκειας και τερματίζονται στη Βαυαρία στα τέλη Νοεμβρίου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα.
Δεύτερον, η θιγόμενη επιχείρηση έχει το δικαίωμα να ζητήσει και να λάβει αποζημίωση ίση με το 75% του τζίρου της τον περασμένο Νοέμβριο. Υπό αυτές τις συνθήκες, τονίζουν οι δικαστές, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι το λόκνταουν οδηγεί σε επαγγελματική εξόντωση της θιγόμενης επιχείρησης, ούτε αναφέρεται κάτι τέτοιο στην προσφυγή που κατατέθηκε. Κατά συνέπεια η προσφυγή απορρίπτεται.
Σημαντικά περιθώρια ερμηνείας
Θα είχε άλλη έκβαση η υπόθεση αν η ενάγουσα είχε επικαλεστεί οικονομική καταστροφή ή αν το γερμανικό Δημόσιο δεν προσέφερε δυνατότητα αποζημίωσης; Πιθανώς, αλλά δεν υπάρχει οριστική απάντηση.
Οι αποφάσεις του Συνταγματικού Δικαστηρίου μπορεί να αφορούν ζητήματα δημοσίου συμφέροντος και γενικού ενδιαφέροντος, αλλά δεν απαντούν παρά μόνο στα πολύ συγκεκριμένα ερωτήματα και δεδομένα της υπόθεσης που φτάνει μέχρι το Δικαστήριο.
Σε πρόσφατο ρεπορτάζ της Deutsche Welle για τη νομική αποτίμηση των περιοριστικών μέτρων ο Ούλριχ Μπάτις, ομότιμος καθηγητής Συνταγματικού και Διοικητικού Δικαίου στο πανεπιστήμιο Χούμπολντ του Βερολίνου, εκτιμούσε ότι είναι “μάλλον απίθανο να ανακληθεί το μερικό λόκνταουν που ισχύει μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου”.
Κατά την άποψή του, πολλές προσφυγές θα μπορούσαν να γίνουν πράγματι αποδεκτές, καθώς “τα επιστημονικά δεδομένα που υπάρχουν αυτή τη στιγμή αφήνουν σημαντικά περιθώρια ερμηνείας στους δικαστές”, οι οποίοι ωστόσο δεν μπορεί παρά να λάβουν υπόψη τους “ότι τα μέτρα ισχύουν μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα, ενώ παράλληλα ο νομοθέτης έχει προβλέψει δυνατότητα αποζημίωσης”.