Πρωτοπρεσβύτερε, θα θέλαμε να σας ευχαριστήσουμε που δεχτήκατε την πρόσκλησή μας να μιλήσετε σε εμάς, προκειμένου να μάθουμε λίγα παραπάνω πράγματα για εσάς και το έργο σας, που δεν εγκαταλείπετε στιγμή.
Αρχικά, είστε γεννημένος εδώ ή ήρθατε ως μετανάστης; Πότε ξεκινάει η προσωπική σας ιστορία στη Γερμανία ως ιερωμένος;
Έχω γεννηθεί το 1947 στο χωριό Μούρεσι Πηλίου.
Τελείωσα το Δημοτικό Σχολείο στο Μούρεσι, κατόπιν επισκέφθηκα για δύο χρόνια το τότε Α΄ Γυμνάσιο Αρρένων Βόλου και κατόπιν την Εκλησιαστική Σχολή της Ιεράς Μονής Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολύτριας (Χαλκιδική), που υπάγεται στην εκκλησιαστική δικαιοδοσία του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου.
Από το 1967 μέχρι το 1972 φοίτησα στη Θεολογική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στις 30 Ιουνίου 1972 τέλεσα το γάμο μου με την Αθανασία Μαλαμούση και στις 29 Σεπτεμβρίου 1972 (εορτή μνήμης του αγίου Κυριακού του αναχωρητού) ταξίδευσα με τη σύζυγό μου οδικώς για τη Γερμανία.
Ήδη από μικρής ηλικίας με συγκινούσαν ιστορίες ανθρώπων που είχαν αφιερωθεί στην άνευ όρων πνευματική και κοινωνική διακονία των συνανθρώπων τους. Η αρχική μου σκέψη ήταν να υπηρετήσω ως ιεραπόστολος στην Αφρική.
Όμως στην Εκλησιαστική Σχολή και στην Ιερά Μονή της Αγίας Αναστασίας Φαρμακολύτριας γαλουχήθηκα στο έργο, στο πνεύμα και στην αποστολή του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου. Εκεί αποκρυσταλλώθηκε και η επιθυμία μου να ιερωθώ.
Ιδιαίτερα ο βίος της Αγίας Αναστασίας και το γεγονός ότι επί εξαετίαν, ως μαθητής της Εκκλησιαστικής Σχολής, είχα την ευλογία να ανάπτω καθημερινά την κανδήλα μπροστά στα ιερά και μυρόβλητα Λείψανα της Αγίας Αναστασίας και του Αγίου Θεωνά, που είναι αποθησαυρισμένα στον Ναό της Ιεράς Μονής, όλα αυτά καθόρισαν τον πνευματικό μου οδοδείκτη στη μετέπειτα πορεία μου στην Εκκλησία.
Την πρόταση του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας Ιεζεκιήλ (1972) να με χειροτονήσει άγαμο κληρικό και να με προσλάβει στην Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας δεν την αποδέχθηκα, με το σκεπτικό, ότι ήθελα να συνεχίσω τις θεολογικές σπουδές σε κάποιο πανεπιστήμιο της κεντρικής Ευρώπης.
Έχετε αφιερώσει το έργο σας, για πάνω από 40 χρόνια, στην ειρηνική συνύπαρξη και συμβίωση λαών και πολιτισμών. Ποιες ανάγκες της τότε κοινωνίας σας ώθησαν προς αυτή την κατεύθυνση;
Όταν ήλθα στη Γερμανία το 1972 βίωσα ένα ορθόδοξο ελληνισμό που ζούσε, στη πλειοψηφία του, σε κλίμα προσωρινότητας, αβεβαιότητας, και αποξένωσης από τον περιβάλλοντα χώρο.
Υπήρχε όμως ένας κρυμμένος πολιτιστικός θησαυρός στις καρδιές των Ελλήνων μεταναστών, που δεν είχε βρει ακόμη την κατάλληλη υποδομή και δυνατότητα να „ξεδιπλωθεί“ και να μεταλαμπαδευτεί στη γερμανική κοινωνία.
Οι Έλληνες εργάτες, γυναίκες και άνδρες δεν αποτελούσαν μόνο ένα εργατικό δυναμικό, αλλά ήταν κυρίως φορείς ορθόδοξης πίστης και ελληνικού πολιτισμού, που βιώνονταν στο εικόνισμα, στο τραγούδι, στο χορό, στο κέντημα, στη ποίηση, στη ζωγραφική κ.α.
Αυτή η ανάγκη μιας ενεργούς συμμετοχής των Ελλήνων μεταναστών στα εν Γερμανία δρώμενα με ώθησε στην κατεύθυνση της αφιέρωσης του εκκλησιαστικού και ποιμαντικού μου έργου στην ειρηνική συνύπαρξη και συμβίωση λαών και πολιτισμών.
Το ευρύτερο οικουμενικό πνεύμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, η θαυμαστή κοινωνική ευαισθησία του μακαριστού Μητροπολίτη Γερμανίας Ειρηναίου Γαλανάκη, που με χειροτόνησε σε Διάκονο και Πρεσβύτερο (1972) και οι προφητικές παρεμβάσεις του τότε βοηθού Επισκόπου Ελαίας και από το 1980 Μητροπολίτη Γερμανίας κ. Αυγουστίνου, απετέλεσαν το πλαίσιο της ιερατικής μου διακονίας.
Βραβευτήκατε το 2017 ως Προσωπικότητα της Βαυαρίας. Μιλήστε μας λίγο για αυτό το επίτευγμα.
Στα πλαίσια των συνεχών προσπαθειών μου για μεταλαμπάδευση του ελληνορθόδοξου πολιτισμού και για δημόσια δράση των Ελλήνων μεταναστών στη βαυαρική κοινωνία, διοργάνωσα μεταξύ των άλλων και τις τρεις ετήσιες εκδηλώσεις: α) τον αγιασμό του ποταμού Ίζαρ τα Θεοφάνεια, β) την περιφορά του Επιταφίου την Μεγάλη Παρασκευή στη κεντρική πλατεία Μονάχου την Marienplatz, και γ) την Ελληνοβαυαρική-Πολιτιστική Ημέρα.
Την τριπλή πρωτοβουλία και δραστηριοποίησή μου αυτή στήριξαν παντοιοτρόπως ο Σεβ. Μητροπολίτης Γερμανίας κ. Αυγουστίνος και την ενστερνίστηκαν με περισσή αγάπη και αξιοζήλευτη εθελοντική προσφορά οι σύλλογοι και οργανώσεις των συμπατριωτών μας στο Μόναχο με αποτέλεσμα οι τρεις αυτές εκδηλώσεις να καθιερωθούν στο επίσημο ετήσιο θρησκευτικό, κοινωνικό και πολιτιστικό ημερολόγιο της πόλης του Μονάχου.
Η Βαυαρική κοινωνία αγκάλιασε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις εκδηλώσεις αυτές και τις στήριξε με κάθε τρόπο και με την παρουσία και συμμετοχή ανωτάτων εκπροσώπων των βαυαρικών εκκλησιαστικών, πολιτειακών, πολιτικών και δημοτικών Αρχών.
Τα βαυαρικά μέσα γενικής ενημέρωσης, τηλεόραση, ραδιόφωνο και εφημερίδες, πρόβαλαν επανειλημμένα τις εκδηλώσεις μας.
Και σε άλλες πόλεις της Βαυαρίας, όπως λ.χ. Regensburg (αγιασμός του Δούναβη), Geretsried, Taufkirchen, Haar, υπήρξαν ανάλογες ελληνοβαυαρικές πρωτοβουλίες μου και δραστηριότητες.
Η Ελληνική Παροικία θεωρείται από την βαυαρική κοινωνία, ως πρότυπο επιτυχημένης ενσωμάτωσης.
Έχετε αναπτύξει όλα αυτά τα χρόνια μια άριστη συνεργασία, όχι μόνο με την Καθολική Εκκλησία, αλλά και με εκπροσώπους άλλων θρησκειών.
Σε ποιους τομείς αφορά η συνεργασία αυτή; Ποιοι είναι οι στόχοι;
Υπήρχε από ετών το σύνθημα που διατύπωσαν διανοούμενοι από όλο τον κόσμο „Καμιά ειρήνη στον κόσμο, χωρίς τη θρησκευτική ειρήνη“.
Αυτό ακριβώς το γεγονός αλλά και η ορθόδοξη θεολογία μας, ότι όλοι οι άνθρωποι είναι αδέλφια και δημιουργήματα του Θεού Πατέρα μας και ότι ο Χριστός θυσιάστηκε επί Σταυρού για όλη την ανθρωπότητα, καλλιέργησαν και σε μένα την πεποίθηση, ότι η διαχριστιανική και διαθρησκευτική συνεργασία είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ορθόδοξης θεολογίας και πνευματικότητας.
Η συνεργασία αυτή συμβάλλει στη βαθύτερη αλληλογνωριμία των κατά τόπους εκκλησιών και των άλλων θρησκευμάτων, στην σωστή ενημέρωση για τους θεολογικούς τους ορίζοντες, στην ανεύρεση κοινών τόπων, στη εκπόνηση κοινωνικών προγραμμάτων για την ανακούφιση του ανθρώπινου πόνου, την αντιμετώπιση φτώχειας, την καταπολέμηση του μίσους, της βίας, του πολέμου και της προσφυγιάς κ.λ.π.
Η προσπάθεια αυτή συμβάλλει στην αρμονική συμβίωση λαών και πολιτισμών.
Μερικοί, ωστόσο, πρόλαβαν να κρίνουν και να κατακρίνουν αυτό το άνοιγμά σας προς άλλες θρησκείες. Τι έχετε να πείτε για αυτό;
Το άνοιγμα προς τις άλλες θρησκείες ανήκει στον κεντρικό θεολογικό ιστό της Εκκλησίας μας, ήδη από την εντολή του Κυρίου προς τους μαθητές του, όταν αμέσως μετά την Ανάστασή του τους είπε το „Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη“ (Ματθ.28,19).
Η εξωτερική ιεραποστολή της Εκκλησίας μας είναι μια ευλογημένη διακονία και συμβάλλει στη σωτηρία του κόσμου. Όσοι κρίνουν ή κατακρίνουν το άνοιγμα αυτό ίσως δεν γνωρίζουν επαρκώς την αποστολή ενός κληρικού.
Πού πιστεύετε ότι υπερέχει ο Ελληνισμός της Βαυαρίας σήμερα, σε σχέση με παλαιότερες γενιές μεταναστών και πού μειονεκτεί;
Το κάθε στάδιο διαμονής του ελληνισμού στη Βαυαρία από το 1960 μέχρι και σήμερα έχει το δικό του χρονικό τύπωμα και την ιστορική σφραγίδα. Μέσα από τις αρχικές αντικειμενικές αντιξοότητες, που βίωσαν οι μετανάστες, όπως λ.χ άγνοια γερμανικής γλώσσας, αναγκαστική γκετοποίηση και αίσθημα προσωρινότητας, κατάφεραν οι συμπατριώτες μας να ριζώσουν, πολιτιστικά στο χώρο εργασίας και διαμονής τους.
Η ίδρυση των νέων Ενοριών από τη Μητρόπολη Γερμανίας, και η από τη δεκαετία του 1960 καταχώρηση σε γερμανικά πρωτοδικεία των καταστατικών ελληνικών συλλόγων, απετέλεσαν εφαλτήριο για το επόμενο στάδιο, της δημιουργικής δηλαδή σύμπραξης με τη γερμανική κοινωνία σε τομείς πολιτισμού, τέχνης και γενικότερης συμμετοχής των συμπατριωτών μας στο δημόσιο γίγνεσθαι.
Όλοι μας θαυμάζουμε το κουράγιο και το όραμα των Ελλήνων μεταναστών της πρώτης γενιάς. Είχα την τιμή να υπηρετήσω τον ελληνισμό της Γερμανίας από το 1972 και να συμπορευθώ μαζί του βιώνοντας τα όνειρά του, τους φόβους του και το ανύστακτο ενδιαφέρον του για προκοπή.
Σήμερα ζούμε μια εξ ίσου λαμπρή περίοδο των Ελλήνων μεταναστών στη Γερμανία. Έλληνες καθηγητές Πανεπιστημίου, ερευνητές σε ονομαστά κέντρα, επιχειρηματίες, μουσικοί, καλλιτέχνες, ζωγράφοι, μέλη τοπικών κοινοβουλίων και δημοτικών συμβουλίων, υπάλληλοι ή και ανώτατα διοικητικά στελέχη σε γερμανικά ιδρύματα και οργανισμούς, διευθυντές σε πολυεθνικές εταιρείες κ.α. αποτελούν ένα ανεκτίμητο εμπλουτισμό του ιστού της γερμανικής κοινωνίας, με άριστη ελληνική στελέχωση.
Σε κάθε πόλη της Γερμανίας οι Έλληνες δίνουν το δυναμικό παρόν με τις „Μικρές Πατρίδες“ τους, όπως χαρακτηριστικά αποκαλεί τις Ενορίες και τα πολιτιστικά κέντρα ο Σεβ. Μητροπολίτης Γερμανίας κ. Αυγουστίνος.
Ο ρόλος της Εκκλησίας, ειδικά σε μια ξένη χώρα, παίζει σημαντικό ρόλο στη ζωή των Ελλήνων μεταναστών, αφού αποτελεί την κυριότερη σύνδεση με την πατρίδα.
Πιστεύετε ότι είναι ικανοποιητική η προσέλευση του κόσμου στις δραστηριότητες της Εκκλησίας ή είναι ένα κομμάτι που απαιτεί ακόμη δουλειά;
Η Ιερά Μητρόπολη Γερμανίας με τη πεφωτισμένη πηδαλιουχία του Μητροπολίτη Γερμανίας κ. Αυγουστίνου, την αμέριστη στήριξη των Θεοφιλεστάτων Επισκόπων κ.κ. Βασιλείου, Ευμενίου και Βαρθολομαίου και τη συμπόρευση όλων των εφημερίων-κληρικών της Μητρόπολης, παρέχει μέσα από τις ενορίες, τα πολιτιστικά κέντρα και τα πολυποίκιλα προγράμματα, τον κατάλληλο τόπο, τρόπο και χώρο για τη στέγαση του ορθοδόξου ελληνισμού.
Για το λόγο αυτό και η κοινωνία και επικοινωνία των ελληνορθοδόξων πιστών με τη Μητέρα Εκκλησία στη Γερμανία κινείται σε υψηλά επίπεδα. Βεβαίως κάθε γενιά έχει και τις δικές της απαιτήσεις, οράματα, όνειρα και σχεδιασμούς.
Είναι ευτύχημα ότι τα τελευταία χρόνια ο Μητροπολίτης μας στελέχωσε τη Μητρόπολη μας με νέους ιερείς που γεννήθηκαν και μεγάλωσαν στη Γερμανία.
Επίσης και το Τμήμα της Ορθοδόξου Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο Μονάχου, συνδράμει το έργο της Εκκλησίας μας, εκπαιδεύοντας νέους κληρικούς και θεολόγους καθηγητές στη μελέτη και αντιμετώπιση των συγχρόνων κοινωνικών και ποιμαντικών απαιτήσεων και προκλήσεων.
Πώς μπορεί έμπρακτα η Εκκλησία να βοηθήσει συμπατριώτες μας, που βρίσκονται σε ανάγκη; Υπήρχαν ή υπάρχουν δράσεις, υπό την αιγίδα της Εκκλησίας, όπου μπορεί κανείς να απευθυνθεί και να αναζητήσει λύσεις στα προβλήματα και στις δυσκολίες της καθημερινότητας σε μια ξένη χώρα;
Η συμβολή της Εκκλησίας μας σε ανθρώπους που έχουν ανάγκη είναι δεδομένη και έχει διαχρονικό χαρακτήρα. Όσοι έρχονται στη Γερμανία, κτυπούν πρώτα και κυρίως την πόρτα της Εκκλησίας και ζητούν παροχή πληροφοριών, δυνατότητες διασυνδέσεων με άλλους οργανισμούς και υποστήριξη σε θέματα γραφειοκρατίας.
Οι ιερείς των Ενοριών μας είναι ανύστακτοι φύλακες στα πόστα που τους τοποθέτησε η Εκκλησία και έχουν πάντα μια ανοικτή αγκαλιά για κάθε δοκιμαζόμενο συνάνθρωπό μας.
Τι θα θέλατε να τονίσετε ακόμα; Θα στείλετε το δικό σας μήνυμα στους αναγνώστες μας;
Η διατήρηση και περαιτέρω ενίσχυση της ενότητας και σύμπνοιας των μελών της Παροικίας μας, αποτελεί το μόνο εχέγγυο να μπορέσουμε να συνεχίσουμε και στο μέλλον την ευλογημένη δημιουργική παρουσία μας για το καλό της χώρας που ζούμε, της Πατρίδας Ελλάδας που μας γέννησε, της Ευρώπης και όλου του κόσμου που μας ανοίγουν νέους ορίζοντες.
Πρωτοπρεσβύτερος Απόστολος Μαλαμούσης