Με το ξέσπασμα της επιδημίας στην Ευρώπη, κάποιοι αισιόδοξοι ανέμεναν πως η Γερμανία θα έπαιρνε πρωτοβουλίες για τη θεμελίωση ενός συνεκτικού ευρωπαϊκού μοντέλου δημόσιας υγείας ικανού να συντονίσει αποτελεσματικά τα κατακερματισμένα συστήματα στην Ένωση.
Άλλοι ήλπιζαν πως η Γερμανία θα απαλλασσόταν επιτέλους από παλιές αγκυλώσεις και θα συνηγορούσε σε μια κοινή ευρωπαϊκή προσπάθεια γενναιόδωρης αντιμετώπισης των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας (ευρωομόλογο, αύξηση του προϋπολογισμού της Ε.Ε.).
Αντίθετα, η γερμανική αντίδραση στις εκκλήσεις για ευρωπαϊκή αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης υπήρξε απογοητευτική. Η Γερμανία παρουσίασε το γνωστό της πρόσωπο, που σχολιάστηκε αρνητικά σε όλη την οικουμένη.
Οι New York Times επεσήμαναν, μάλιστα, πως η καγκελάριος Μέρκελ στο διάγγελμά της στον γερμανικό λαό για την πανδημία δεν ανέφερε ούτε μία φορά τη λέξη Ευρώπη! Ενώ δεν πέρασε απαρατήρητο πως στην αρχή της κρίσης η Γερμανία (και η Γαλλία) απαγόρευσε τις εξαγωγές προστατευτικού ιατρικού υλικού.
Είναι σαν να ζούμε ένα déjà vu. «Η Ευρωζώνη κινδυνεύει να επαναλάβει τα ίδια λάθη που έκανε μόλις δέκα χρόνια νωρίτερα», έγραψαν πρόσφατα στον Guardian οι καθηγητές Ανταμ Τουζ και Μόριτζ Σουλάρικ, υπενθυμίζοντας πως οι περιορισμένες και καθυστερημένες αντιδράσεις τότε κόστισαν σοβαρά στις ευρωπαϊκές οικονομίες.
Και καλά, τότε υπήρχαν κάποιες δικαιολογίες: η Ευρώπη δεν είχε μηχανισμούς και οι Νότιοι θεωρούνταν διεφθαρμένοι και σπάταλοι. Ιδιαίτερα οι Ελληνες ήταν «τεμπέληδες» και είχαν πρωθυπουργό έναν καλών προθέσεων αλλά «αιθεροβάμονα» πρόεδρο της Σοσιαλιστικής Διεθνούς και αρχηγό αξιωματικής αντιπολίτευσης έναν «παλαιοκομματικό εθνικιστή».
Τώρα όμως; Θα πείτε πως πάντα μπορούν να κατασκευαστούν επιχειρήματα. Πάντως, ας μην ανησυχούν μερικοί, η απλή αναλογική δεν είναι ανάμεσα σε αυτά! Η Γερμανία, η Ολλανδία, η Αυστρία, η Φινλανδία και η Τσεχία έχουν αναλογικά συστήματα και κυβερνήσεις συνεργασίας εδώ και χρόνια.
Είναι αξιοσημείωτο, λοιπόν, πως σε δύο μεγάλες κρίσεις η Γερμανία συμπεριφέρθηκε εσωστρεφώς και στενόκαρδα. Η στάση της δεν θυμίζει ούτε κατ’ ελάχιστον τις ΗΠΑ που, μετά τον Πόλεμο, μέσω του Σχεδίου Μάρσαλ, αναδείχθηκαν σε παγκόσμια δύναμη. Δεν χωράει αμφιβολία: η Γερμανία προς το παρόν δείχνει ανέτοιμη να ηγηθεί της Ευρώπης.
Σε μεγάλο βαθμό αυτό είναι κατανοητό. Η Γερμανία δεν έχει κλείσει τις πληγές της ούτε και τους λογαριασμούς της με την Ιστορία. Το 1939 είναι ακόμη ζωντανό στις συνειδήσεις και το 1989 πρόσφατο.
Οι ηλικίες από πενήντα ετών και άνω (σχεδόν οι μισοί Γερμανοί δηλαδή) μεγάλωσαν σε μια διαιρεμένη χώρα, που κουβαλούσε το στίγμα του ναζισμού, του Ολοκαυτώματος και του μακελειού της Ευρώπης σε δύο πολέμους.
Ζώντας σε μια ταπεινωμένη χώρα, η μεταπολεμική Γερμανία έμαθε να κοιτάει «προς τα μέσα». Κατελήφθη από φόβο, αντιλαμβανόμενη πως όσες φορές στον 20ό αιώνα κοίταξε «προς τα έξω», το αποτέλεσμα ήταν τραγικό για όλους.
Επιπλέον, διαπαιδαγωγήθηκε με την πεποίθηση πως για τον ναζισμό έφταιγαν κυρίως ο υπερπληθωρισμός και η ανεργία· βολικό σχήμα, εκτός των άλλων, προκειμένου να απεκδυθούν τις ευθύνες τους οι ελίτ που βοήθησαν συνειδητά τον Χίτλερ να ανέλθει στην εξουσία.
Εντέλει, οι μεταπολεμικές γερμανικές γενιές αναζήτησαν την ευτυχία στην ευημερία, στην ευμάρεια και στην οικονομική σταθερότητα και όχι σε μια ιδέα για τον ρόλο της Γερμανίας στον κόσμο, από την οποία εξάλλου είχαν πικρή πείρα.
Οι καιροί αλλάζουν. Από την ενοποίηση της Γερμανίας πέρασαν τριάντα χρόνια. Οσοι γεννήθηκαν τότε δεν γνώρισαν τον Χόνεκερ ούτε έζησαν το Τείχος του Βερολίνου. Είναι μια γενιά «ακομπλεξάριστων» Γερμανών.
Η πλειονότητά τους είναι μορφωμένοι και κοσμοπολίτες. Είναι συστηματικοί και προσαρμοστικοί ταυτόχρονα. Είναι περήφανοι που είναι Γερμανοί και Ευρωπαίοι συγχρόνως. Υπάρχουν βέβαια και άλλοι: οι εθνικιστές, οι αλαζόνες, οι ξενοφοβικοί· οι Γερμανοί που αντιπαθούμε.
Η άκρα Δεξιά, ιδιαίτερα στην ανατολική Γερμανία, «ψωνίζει» από αυτούς τους δεύτερους. Στις πρόσφατες εκλογές στη Θουριγγία, το ακροδεξιό κόμμα AfD αναδείχθηκε πρώτο στους ψηφοφόρους κάτω των 30 ετών.
Ευτυχώς, η ατμομηχανή της χώρας είναι η πρώτη κατηγορία. Μέσα στα επόμενα δέκα-είκοσι χρόνια, αυτή η «ακομπλεξάριστη» Γερμανία θα πάρει τα ηνία και οι αλλαγές θα γίνουν ορατές σε όλους.
Και τώρα τι κάνουμε; Θα περιμένουμε μέχρι να μεγαλώσουν οι «ακομπλεξάριστοι» Γερμανοί; Οχι βέβαια!
Χρειάζεται να πιέσουμε για περισσότερη Ευρώπη και ευρωπαϊκή αλληλεγγύη τώρα. Είναι βέβαιο πως, παρά τις αναστολές τους, οι γερμανικές ελίτ κατανοούν πως η Ευρώπη πρέπει να προχωρήσει, αλλιώς κινδυνεύει.
Ομως η Γερμανία δεν μπορεί να είναι το άλλοθι των πάντων. Δεν πρέπει να χαριστούμε στους αντιευρωπαϊστές και εθνικιστές που κατεβάζουν σημαίες της Ε.Ε., ανεβάζοντας της Κίνας, όσο δικαιολογημένο θυμό κι αν έχουν. Κι ούτε να αφεθούμε σε όσους ηδονίζονται από την απόλυτη εξουσία της καραντίνας σπέρνοντας μίσος και φόβο.
Σε τελική ανάλυση, αν δεν μπορούμε να κάνουμε την Ευρώπη καλύτερη, τουλάχιστον ας μη μολύνει ο ιός τις δημοκρατίες μας· έστω όχι ανεπανόρθωτα.
* Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.