Πολλαπλές εξηγήσεις – όχι όλες τόσο προφανείς – έχει η αναβάθμιση του διπλωματικού και στρατιωτικού ρόλου της Γερμανίας στην Ανατολική Μεσόγειο.Λίγες ημέρες έπειτα από την κατ’ ουσίαν ανοιχτή παρέμβαση για την αποκλιμάκωση της ελληνοτουρκικής έντασης, τόσο με την άτυπη τριμερή συνάντηση του Βερολίνου όσο και με την επικοινωνία Μέρκελ – Ερντογάν, η παρουσία της γερμανικής φρεγάτας «Αμβούργο» στα ανοιχτά της Λιβύης διαμορφώνει νέα δεδομένα.
Στο διπλωματικό πεδίο, η νέα γερμανική στρατηγική ξεδιπλώθηκε τους τελευταίους μήνες, αρχικώς στο παρασκήνιο και στη συνέχεια ανοιχτά.Κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι ήδη προ τριμήνου ο πρεσβευτής στην Αθήνα Ερνστ Ράιχελ είχε μεταφέρει ένα μήνυμα.
Σε μία άτυπη συνάντηση διπλωματών είχε καταστήσει σαφές σε συνομιλητή του Πρωθυπουργού ότι η καγκελάριοςΑνγκελα Μέρκελ θα ήταν διατεθειμένη να παρέμβει κατευναστικά προς την Αγκυρα, εφόσον η Αθήνα συμφωνούσε σε κάτι τέτοιο.
Περίοδος προκλήσεων από τον Ερντογάν
Ηταν η περίοδος κατά την οποία η ελληνική κυβέρνηση επιχειρούσε να διαμηνύσει ότι το τουρκολιβυκό σύμφωνο δεν επρόκειτο με κανέναν τρόπο να γίνει αποδεκτό, με ό,τι αυτό θα μπορούσε να σημαίνει.
Και την ίδια στιγμή, η κλιμάκωση των τουρκικών προκλήσεων στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, λίγους μήνες έπειτα από την αποτυχημένη επιχείρηση του Ερντογάν στον Εβρο, δημιουργούσε ένα πεδίο έντασης, με πιθανότητες ανεξέλεγκτων συνεπειών.
Σε αυτά προστέθηκε και η απόφαση του τούρκου προέδρου να μετατρέψει την Αγία Σοφία σε τζαμί.
Το διάστημα εκείνο και με αυτά τα δεδομένα οργανώθηκε η τριμερής συνάντηση του Βερολίνου, η οποία πραγματοποιήθηκε εν τέλει στις 13 Ιουλίου, με τη συμμετοχή της διπλωματικής συμβούλου του Πρωθυπουργού Ελένης Σουρανή, του εκπροσώπου της τουρκικής Προεδρίας Ιμπραχίμ Καλίν και του συμβούλου εξωτερικής πολιτικής της Ανγκελα Μέρκελ Γιαν Χέκερ.
Αμέσως έπειτα από τη συνάντηση αυτή, συνέβη κάτι που θορύβησε και κινητοποίησε ακόμη περισσότερο συγκεκριμένους κύκλους στο Βερολίνο: η Τουρκία, διά του υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, δημοσιοποίησε επισήμως την άτυπη συνάντηση και στην ουσία την «έκαψε».
Σύμφωνα με ελληνικές κυβερνητικές πηγές, η κίνηση αυτή δημιούργησε την αίσθηση στη γερμανική κυβέρνηση ότι η Αγκυρα είναι πραγματικά ανεξέλεγκτη.
Λίγες ημέρες αργότερα ήλθε στην Αθήνα ο υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας και αμέσως μετά ακολούθησε ο κύκλος τηλεφωνικών επικοινωνιών της Ανγκελα Μέρκελ με τον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Λίγο αργότερα, τα τμήματα του τουρκικού στόλου που είχαν αναπτυχθεί στο Ανατολικό Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο αποσύρονταν και η επαπειλούμενη ένταση αποκλιμακωνόταν, έστω προσωρινώς.
Ποιοι είναι οι πραγματικοί λόγοι της πρωτοφανούς αυτής γερμανικής κινητικότητας στο πεδίο της ασφάλειας στη συγκεκριμένη περιοχή;
«Δεν έχει αλλάξει η σχέση τους»
Ελληνικές πηγές εφιστούν την προσοχή σε κάτι πολύ κρίσιμο. Επισημαίνουν σχετικά: «Η σχέση Γερμανίας – Τουρκίας δεν έχει αναθεωρηθεί. Οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ τους παραμένουν πολύ σημαντικές, οι γερμανικές επενδύσεις στην Τουρκία επίσης, ενώ πάντα θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η παράμετρος της πολυπληθούς τουρκικής κοινότητας (με δικαίωμα ψήφου) στη Γερμανία.
Πρέπει να κατανοήσουμε ότι γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους η Ανγκελα Μέρκελ ήθελε και θέλει να αποφύγει με κάθε τρόπο το ενδεχόμενο να περιέλθει στη δυσάρεστη θέση να μην μπορεί να αποφύγει την επιβολή των ευρωπαϊκών κυρώσεων προς την Αγκυρα.
Ειδικώς δε όσο η Γερμανία έχει την προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ. Γι’ αυτό και αποφάσισε να παρέμβει, προκειμένου να αποτρέψει μία περαιτέρω κλιμάκωση της ελληνοτουρκικής έντασης».
Το «Αμβούργο» ανοιχτά της Λιβύης
Η διπλωματική αυτή κίνηση συνδυάστηκε με την παρουσία στη Μεσόγειο της γερμανικής φρεγάτας «Αμβούργο» στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής επιχείρησης «Ειρήνη» (Irini). Αποστολή της είναι μεταξύ των άλλων η επιτήρηση της εφαρμογής του εμπάργκο όπλων στη Λιβύη, το οποίο επιβλήθηκε από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.
Επιπλέον όμως η γερμανική φρεγάτα θα είναι υπεύθυνη για την παρακολούθηση και τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με τις παράνομες εξαγωγές πετρελαίου και καυσίμων από τη Λιβύη.
Κάτι που αφορά άμεσα την Ελλάδα, η οποία διαθέτει τον μεγαλύτερο στόλο εμπορικών τάνκερ στον κόσμο, ενώ ήδη πολλές επίσημες εξαγωγές πετρελαίου από τη Λιβύη γίνονται μέσω ελληνικών εταιρειών. Πέραν αυτών, η φρεγάτα του συγκεκριμένου τύπου έχει επιχειρησιακή δυνατότητα επιτήρησης και επέμβασης στην ευρύτερη περιοχή.
Και στο βάθος οι διαπραγματεύσεις…
Είναι σαφές και προφανές ωστόσο στην Αθήνα ότι η διαφορετική αυτή γερμανική στάση δεν συνιστά μία ανεξήγητη φιλελληνική στροφή.
Εκπορεύεται, αφενός από την προάσπιση γερμανικών οικονομικών και γεωπολιτικών συμφερόντων στην περιοχή, αφετέρου από τη διαμάχη μεταξύ Γαλλίας, ΗΠΑ, Ρωσίας για την ανακατανομή ρόλων και ζωνών επιρροής στη Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή.
Σε αυτό το «παιχνίδι» η καγκελάριος Μέρκελ βρίσκει την ευκαιρία στο τέλος της θητείας της να διεκδικήσει δυναμικά για τη χώρα της μία γεωπολιτική αναβάθμιση.
Το κρίσιμο για την Ελλάδα σε αυτή τη συγκυρία είναι η ορθή και έγκαιρη ανάγνωση των επόμενων κινήσεων. Το πώς θα ενεργήσει η γερμανική κυβέρνηση αναμένεται, σύμφωνα με αξιόπιστες κυβερνητικές πηγές, να επηρεάσει και τις εξελίξεις στο μέτωπο των επιδιώξεων του Βερολίνου να φέρει στο ίδιο τραπέζι συζητήσεων για ένα μεγάλο «πακέτο θεμάτων» Ελλάδα και Τουρκία. Το συγκεκριμένο στοιχείο δεν είναι απλό, και από ορισμένες πηγές περιγράφεται ακόμη και ως επίφοβο για την Αθήνα.
«Δεν μπορεί οι Ενοπλες Δυνάμεις να λειτουργούν σαν ΔΕΚΟ»
Εν αναμονή της επόμενης φάσης εκδήλωσης της τουρκικής προκλητικότητας, η κυβέρνηση μελετά διάφορα σχέδια αντίδρασης και πρωτοβουλιών.
Μεταξύ όλων των άλλων, στο τραπέζι βρίσκεται και το θέμα των αλλαγών στη στρατιωτική θητεία. Σύμφωνα με πληροφορίες, εισηγήσεις έχει ζητήσει προς άμεση επεξεργασία ο Πρωθυπουργός και αναζητούνται τρόποι υπέρβασης των γνωστών ανησυχιών λόγω πολιτικού κόστους.
Υπό αυτό το πρίσμα εξετάζονται παρεμβάσεις για την ενίσχυση της επάνδρωσης και του αξιόμαχου των Ενόπλων Δυνάμεων.
Δίχως να έχουν ληφθεί τελικές αποφάσεις, μελετώνται σχέδια προσαρμογής της θητείας στις απαιτήσεις της συγκυρίας.
Μεταξύ των άλλων, υπάρχουν σκέψεις για υιοθέτηση κάποιας παραλλαγής του ελβετικού μοντέλου (άρτια βασική εκπαίδευση δύο ή τριών μηνών και ετήσια επανεκπαίδευση), συνδυασμούς φοίτησης σε ΑΕΙ και στρατιωτικής θητείας, ενίσχυση της επαγγελματικής θητείας κ.ά.
Κατά τα όσα αναφέρουν πηγές προσκείμενες στο πρωθυπουργικό γραφείο, «πρέπει όλοι να κατανοήσουν ότι οι Ενοπλες Δυνάμεις δεν είναι δυνατόν να λειτουργούν σαν ΔΕΚΟ»…